Πα 29 Σεπτεμβρίου 23
Αρχική Blog Σελίδα 756

01-03-2008: Κρίσεις των Υποστρατήγων της Ελληνικής Αστυνομίας

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
ΤΗΛ: 210 6977505
 
 
 
 
Σάββατο, 01 Μαρτίου 2008
 
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
 
Υπό την Προεδρία του Αρχηγού Ελληνικής Αστυνομίας Αντιστρατήγου κ. Βασιλείου Τσιατούρα και τη συμμετοχή των δύο (2) Αντιστρατήγων του Στρατού Ξηράς συνεδρίασε το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων και έκρινε τους (21) Υποστρατήγους της Ελληνικής Αστυνομίας (-20- Γενικών Καθηκόντων και -1- Ειδικών Καθηκόντων-Υγειονομικό).
 
Α. Έκρινε προακτέους στο βαθμό του Αντιστρατήγου, για κάλυψη κενών οργανικών θέσεων του βαθμού αυτού, τους κατωτέρω τέσσερις (4) Υποστρατήγους :
 
           
ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΥ
Γρηγόριο
 
 
 
         
ΣΚΟΤΗ
Στέφανο
 
 
 
          
ΜΠΟΥΛΟΥΚΟ
Δημήτριο
 
 
 
          
ΜΠΑΜΙΑΤΖΗ
Αντώνιο
 
 
 
 
Β. Έκρινε, διατηρητέους τους κατωτέρω :
 
          
ΜΠΟΥΤΣΙΚΑ
Ιωάννη
 
 
 
           
ΦΡΑΓΓΟ
Χρήστο
 
 
 
          
ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗ
Στέργιο
 
 
 
           
ΜΑΚΡΗ
Χρήστο
 
 
 
           
ΔΟΥΛΓΕΡΗ
Γεώργιο
 
 
 
          
ΑΝΤΩΝΑΚΗ
Κωνσταντίνο, Υγειονομικό
 
 
 
Γ.       Έκρινε ευδόκιμα τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους, τους κατωτέρω έντεκα (11) Υποστρατήγους Γενικών Καθηκόντων, οι οποίοι προάγονται στο βαθμό του Αντιστρατήγου εκτός οργανικών θέσεων και θα αποστρατευθούν ύστερα από τριάντα (30) ημέρες, με άλλο Π.Δ/γμα :
 
          
ΡΗΓΑ
Φώτιο
 
 
 
           
ΓΙΑΝΝΙΚΟ
Παναγιώτη
 
 
 
           
ΠΟΛΥΔΩΡΑ
Λεωνίδα
 
 
 
          
ΛΟΥΡΑΚΗ
Βασίλειο
 
 
 
          
ΜΠΟΥΓΟΥΔΗ
Δρόσο
 
 
 
           
ΠΑΝΟΠΟΥΛΟ
Δημήτριο
 
 
 
           
ΒΙΤΩΡΑΚΗ
Αντώνιο
 
 
 
          
ΓΟΥΡΓΟΥΛΗ
Γρηγόριο
 
 
 
           
ΔΟΥΜΕΝΤΖΙΑΝΟ
Γρηγόριο
 
 
 
       
ΝΤΟΜΑΖΗ
Μαργαρίτη
 
 
 
 
       
   ΤΡΥΦΕΡΗ
Θεόδωρο
 
 
 
 
 
Στους ανωτέρω απονεμήθηκε ο τίτλος του Επιτίμου της θέσης που κατείχαν.
 
Οι κρίσεις θα συνεχιστούν με την κρίση των Ταξιάρχων της Ελληνικής Αστυνομίας.
 

01-03-2008: Κρίσεις Αντιστρατήγων Ελληνικής Αστυνομίας

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
ΤΗΛ: 210 6977505
 

Σάββατο, 1 Μαρτίου 2008

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
 
Υπό την προεδρία του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας, Αντιστρατήγου κ. Βασιλείου Τσιατούρα και με τη συμμετοχή των δύο Αντιστρατήγων του Στρατού Ξηράς, κ.κ. Στυλιανού Νάση και Ιωάννη Παπαζαχαρία, συνήλθε σήμερα το Συμβούλιο Κρίσεως Αντιστρατήγων της Ελληνικής Αστυνομίας.
 
Το Συμβούλιο Κρίσεως έκρινε ως ευδοκίμως τερματίσαντες τη σταδιοδρομία τους τους Αντιστρατήγους Αστυνομίας κ.κ. Χρήστο Δρακόπουλο και Ασημάκη Γκόλφη, στους οποίους απένειμε τον τίτλο του επιτίμου της θέσης που κατείχαν, ήτοι του Γενικού Επιθεωρητή Αστυνομίας Νοτίου Ελλάδος και Γενικού Επιθεωρητή Αστυνομίας Βορείου Ελλάδος, αντίστοιχα.
 
Θα ακολουθήσει η κρίση των Υποστρατήγων της Ελληνικής Αστυνομίας από το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων, για την πλήρωση των τεσσάρων (4) κενών θέσεων στο βαθμό του Αντιστρατήγου.
 

26-01-2008: Ανακοίνωση του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας για διενέργεια Ε.Δ.Ε. σχετικά με την εμπρηστική επίθεση στο Α.Τ. Πεύκης

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

 

Σάββατο, 26 Ιανουαρίου 2008

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
 
Από το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας ανακοινώνεται ότι, σχετικά με την εμπρηστική επίθεση κατά του Αστυνομικού Τμήματος Πεύκης, διατάχθηκε Ένορκη Διοικητική Εξέταση (Ε.Δ.Ε.) προκειμένου να διερευνηθεί τυχόν πλημμελής εκτέλεση καθηκόντων αστυνομικών της ανωτέρω Υπηρεσίας, όσον αφορά τη φρούρηση του Τμήματος και τη φύλαξη των υπηρεσιακών οχημάτων.
 
Η Ε.Δ.Ε. ανατέθηκε στον Υποστράτηγο κ. Γρηγόριο Γουργούλη, Αναπληρωτή Διευθυντή Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής, με την εντολή να περαιωθεί εντός δέκα (10) ημερών.
 
 

Για περισσότερες πληροφορίεςΤηλ.:210 6977505
Fax:210 6929764
e-mail:elasgrty@mopo.gr

26-01-2008: Δήλωση του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας μετά την εμπρηστική επίθεση στο Α.Τ. Πεύκης

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

 

Σάββατο, 26 Ιανουαρίου 2008

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
  
Ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας Αντιστράτηγος Αναστάσιος Δημοσχάκης αμέσως μετά την εμπρηστική επίθεση κατά του Αστυνομικού Τμήματος Πεύκης, μετέβη στο σημείο όπου και έκανε την εξής δήλωση στους δημοσιογράφους:
 
«Σήμερα και ώρα 21.00 περίπου, το Αστυνομικό Τμήμα Πεύκης δέχτηκε εμπρηστική επίθεση με αποτέλεσμα να προκληθούν ζημιές σε τέσσερα (4) οχήματα της Αστυνομίας και σε μία (1) μοτοσικλέτα ιδιώτη, που ήταν όλα σταθμευμένα στο δρόμο.
 
Η προανάκριση, λόγω των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών της επίθεσης αλλά και της κακουργηματικής πράξης που τελέστηκε, ανατέθηκε στο νεοσυσταθέν Τμήμα Λοιπών Εγκλημάτων Βίας της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας.
 
Γίνονται συστηματικές, ουσιαστικές και μεθοδικές έρευνες σε συνεργασία με την Υποδιεύθυνση Κρατικής Ασφάλειας της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, ώστε οι δράστες, που δεν έχουν συναίσθηση του αξιοποίνου και του κινδύνου γενικά, να οδηγηθούν στη Δικαιοσύνη.
 
Το έγκλημα αυτό στρέφεται κατά της τοπικής κοινωνίας, κατά των πολιτών. Τα Αστυνομικά Τμήματα της Αττικής και όλης της Χώρας είναι ανοικτά όλο το εικοσιτετράωρο στους πολίτες για την εξυπηρέτησή τους. Δεν είναι φρούρια, ούτε πολεμίστρες.
 
Οι θεσμικοί παράγοντες, όπου και όπως λειτουργούν–εκφράζονται, αλλά και οι πολίτες, είμαστε σίγουροι ότι καταδικάζουν αυτήν την πράξη και στηρίζουν την Αστυνομία τους, που σε δύσκολη περίοδο κάνει φιλότιμη προσπάθεια και ουσιαστικό αγώνα από τον Έβρο μέχρι την Κρήτη και από την Κέρκυρα μέχρι το Καστελόριζο. Σας ευχαριστώ πολύ».
 
 
 

Για περισσότερες πληροφορίεςΤηλ.:210 6977505
Fax:210 6929764
e-mail:elasgrty@mopo.gr

25-01-2008: Συμμετοχή του Υφυπουργού Εσωτερικών κ. Παναγιώτη Χηνοφώτη στο ΄Ατυπο Συμβούλιο Υπουργών Εσωτερικών της Ε.Ε. στη Λιουμπλιάνα

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ
ΤΗΛ: 210 6977505

Παρασκευή, 25 Ιανουαρίου 2008

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
 
Ο Υφυπουργός Εσωτερικών Παναγιώτης Χηνοφώτης συμμετείχε σήμερα στο ’Ατυπο Συμβούλιο Υπουργών Εσωτερικών της Ε.Ε. που πραγματοποιήθηκε στην Λιουμπλιάνα,  στο πλαίσιο της Σλοβενικής προεδρίας.
 
Τα θέματα που συζητήθηκαν κατά την διάρκεια του Συμβουλίου ήταν η συνεργασία σε θέματα ασφαλείας μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε., η λαθρομετανάστευση, η ασφάλεια των εξωτερικών συνόρων της Ε.Ε. και το θέμα της παροχής ασύλου σε πολίτες τρίτων χωρών.
             
Για το θέμα της συνεχώς αυξανόμενης οικονομικής μετανάστευσης προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο Υφυπουργός Εσωτερικών κατέθεσε συγκεκριμένους άξονες πάνω στους οποίους θα πρέπει να κινηθούν τα κράτη μέλη για την διαχείριση των μεταναστών και συγκεκριμένα:
  • την διατήρηση της εθνικής αρμοδιότητας στον προσδιορισμό του αριθμού των μεταναστών που κάθε κ-μ δέχεται στην επικράτειά του (volume of admission),
  • την διερεύνηση των αναγκών των εθνικών αγορών εργασίας,
  • την προώθηση και ενίσχυση της συνεργασίας με τρίτες χώρες,
  • την ενίσχυση του τακτικού διαλόγου και της ανταλλαγής καλών πρακτικών μεταξύ των κ-μ στον τομέα των πολιτικών ένταξης των κ-μ, πολιτικές οι οποίες θα πρέπει να βρίσκονται σε άμεση συνάρτηση με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και ανάγκες κάθε ευρωπαϊκής κοινωνίας. 
Ο κ. Χηνοφώτης για το ίδιο θέμα σημείωσε ότι: «Η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να λάβει τα προσήκοντα μέτρα για την προστασία, κατά το δυνατόν, του χώρου και του επιπέδου ευημερίας, που απολαμβάνουν οι Ευρωπαίοι πολίτες και μάλιστα με το δυνατόν λιγότερο κόστος, σεβόμενη τα ανθρώπινα δικαιώματα των μεταναστών που, αναζητώντας ένα καλύτερο επίπεδο ζωής, καθίστανται, συχνά, προϊόν εκμετάλλευσης από τους σύγχρονους δουλεμπόρους».
 
Παράλληλα επισημάνθηκε για μια ακόμη φορά, η γεωγραφική ιδιαιτερότητα της Ελλάδας, ως χώρας που βρίσκεται στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, και ως εκ τούτου, υφίσταται την άμεση επίδραση του φαινομένου της παράνομης μετανάστευσης.
 
Ιδιαίτερη αναφορά έγινε σε προτάσεις που επεξεργάζονται Επιτροπές της Ε.Ε. σχετικά με την χρήση των νέων τεχνολογιών για τον έλεγχο των εισερχομένων από τα σύνορα των κρατών-μελών, θέμα για το οποίο ο Υφυπουργός Εσωτερικών ανέφερε μεταξύ άλλων στην εισήγησή του:
 
«Η σύγχρονη τεχνολογία, με τη χρήση βιομετρικών στοιχείων στα διαβατήρια και τις θεωρήσεις παρέχει σαφώς ενισχυμένες δυνατότητες για αποτελεσματικότερο έλεγχο στα σύνορα, ενώ μπορεί να διευκολύνει, παράλληλα, την ακώλυτη κυκλοφορία των προσώπων, αν συνδυαστεί με ανάλογες ευέλικτες και ασφαλείς διαδικασίες εισόδου. 
 
Προτάσεις, όπως η εφαρμογή ενός entry-exit συστήματος (πρόταση που επεξεργάζεται, ήδη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή) ή ενός συστήματος αυτόματης επιβεβαίωσης της ταυτότητας, θα πρέπει να μελετηθούν σε βάθος και σε όλες τις παραμέτρους, ώστε να εξασφαλισθεί η λειτουργικότητα και η διασφάλιση ότι δεν παρεμποδίζουν την απρόσκοπτη επικοινωνία του υπόλοιπου κόσμου με τον Ευρωπαϊκό χώρο. 
 
Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στα θέματα προστασίας των προσωπικών δεδομένων του ατόμου, καθώς και της ασφάλειας των πληροφοριών, την οποία θα πρέπει να εγγυούνται επαρκώς, τόσο τα ίδια τα συστήματα, όσο και η διαδικασία χρήσης τους».
 
Ο Υφυπουργός Εσωτερικών στις παρεμβάσεις του σχετικά με την συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών στα θέματα ασφάλειας, τόνισε ότι η χώρα μας θεωρεί ότι οι Ευρωπαϊκές δομές και οργανισμοί ασφαλείας που ήδη λειτουργούν καλύπτουν τις ανάγκες των κρατών-μελών.
 
Στην εισήγησή του για τα θέματα της παροχής ασύλου σε πολίτες τρίτων χωρών, από τα κράτη-μέλη της Ε.Ε., ο κ. Χηνοφώτης υπογράμμισε ότι από την στιγμή, που σε αυτό το θέμα, ισχύουν οι εθνικές νομοθεσίες, είναι απαραίτητη η ενίσχυση της εξειδίκευσης των στελεχών που ασχολούνται με το ευαίσθητο αυτό αντικείμενο και παράλληλα, τα συστήματα ασύλου πρέπει να στηριχτούν σε αυτό που θεωρείται κοινό ζητούμενο και το οποίο θα στηρίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα. 

                                                                                          ΑΠΟ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ

25-01-2008: Επίσκεψη του Αρχηγού της Ελληνικής Αστυνομίας στην Περιφέρεια Κρήτης

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΑΡΧΗΓΕΙΟ
ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
 
ΤΗΛ: 210 6977505
 
 
 
 
Αθήνα, 25 Ιανουαρίου  2008
 
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
 
Ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας Αντιστράτηγος κ. Αναστάσιος Δημοσχάκης μετέβη χθες, (24-01-2008), στην Περιφέρεια της Κρήτης, όπου μαζί με τον Υπαρχηγό του Σώματος, Αντιστράτηγο κ. Στυλιανό Σύρο επισκέφθηκε στο ΠΑ.Γ.Ν. Ηρακλείου τον νοσηλευόμενο ειδικό φρουρό Στάθη Λαζαρίδη και ενημερώθηκε λεπτομερώς από την Διοίκηση του Νοσοκομείου και τους θεράποντες ιατρούς, τους οποίους ευχαρίστησε εκ μέρους της Πολιτικής Ηγεσίας του Υπουργείου Εσωτερικών και του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, για την καλή εξέλιξη της υγείας του η οποία χαρακτηρίζεται «σταθερή και αργά – αργά βελτιούμενη».
 
Στη συνέχεια, συνοδευόμενος και πάλι από τον κ. Υπαρχηγό μετέβη στην Αστυνομική Διεύθυνση Ηρακλείου όπου προήδρευσε σύσκεψης στην οποία συζητήθηκαν διάφορα υπηρεσιακά θέματα.
 
Ακολούθως, ο κ. Αρχηγός μετέβη στην Αστυνομική Διεύθυνση Ρεθύμνης όπου προήδρευσε διευρυμένης σύσκεψης στην οποία συμμετείχαν ο Υπαρχηγός του Σώματος, ο Γενικός Αστυνομικός Διευθυντής Περιφέρειας Κρήτης, οι ανώτατοι και ανώτεροι αξιωματικοί καθώς και οι Διοικητές των δυνάμεων, που συμμετέχουν στην αστυνομική επιχείρηση που διεξάγεται στην περιοχή.
    
Κατά τη διάρκεια της συσκέψεως, έγινε αποτίμηση των μέχρι τώρα αποτελεσμάτων των αστυνομικών δράσεων που εφαρμόστηκαν στο πλαίσιο της αστυνομικής επιχείρησης, συζητήθηκαν οι μελλοντικές αστυνομικές δράσεις που πρόκειται να αναπτυχθούν τόσο στην περιοχή του Νομού Ρεθύμνης όσο και σε άλλες περιοχές της Κρήτης και δόθηκαν εντολές και κατευθύνσεις για διάφορα ζητήματα υπηρεσιακού ενδιαφέροντος.  
 
Ο κ. Αρχηγός αναφερόμενος στα αποτελέσματα της επιχείρησης δήλωσε ιδιαίτερα ικανοποιημένος καθόσον επιτεύχθηκαν οι στόχοι που είχαν τεθεί εξ αρχής. Παράλληλα, συνεχάρη τον Υπαρχηγό του Σώματος καθώς και όλους τους αξιωματικούς που συντόνιζαν την επιχείρηση, τους Διοικητές των δυνάμεων και όλους τους αστυνομικούς και ειδικούς φρουρούς που συμμετέχουν στις επιχειρήσεις και μετέφερε τις ευχαριστίες της Πολιτικής Ηγεσίας του Σώματος προς αυτούς, σε αναγνώριση του υψηλού επιπέδου επαγγελματισμού που επέδειξαν στις εξιχνιάσεις των υποθέσεων και γενικά στο πλαίσιο της επιχειρησιακής τους δράσης.
 
Μετά την ολοκλήρωση της σύσκεψης ο κ. Αρχηγός προέβη σε δηλώσεις και απάντησε σε ερωτήσεις εκπροσώπων των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Στο περιθώριο της συζήτησής του με τους δημοσιογράφους ο κ. Αρχηγός τόνισε ιδιαιτέρως την πρόθεση της Πολιτικής και Φυσικής Ηγεσίας του Σώματος για ενδυνάμωση και παγίωση της αστυνομικής παρουσίας σε όλες τις περιοχές της Κρήτης, εξήρε τη στάση και την υποστήριξη της τοπικής κοινωνίας στην προσπάθεια της Ελληνικής Αστυνομίας και επεσήμανε το κόστος της επιχείρησης το οποίο, σε ότι αφορά το οικονομικό μόνο μέρος ανέρχεται σύμφωνα με τις μέχρι τώρα εκτιμήσεις σε 1.394.000 ευρώ.
 
 
Δείτε τη δήλωση του κ. Αρχηγού καθώς και απαντήσεις σε ερωτήματα δημοσιογράφων.

23-01-2008: Ανακοίνωση σχετικά με το σχηματισμό δικογραφίας σε βάρος 18 ατόμων στο πλαίσιο της ευρείας αστυνομικής επιχείρησης στην Περιφέρεια της Κρήτης

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΑΡΧΗΓΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
 

Αθήνα, 23 Ιανουαρίου 2008

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
 
Από την Αστυνομική Διεύθυνση Ρεθύμνης, σε συνεργασία με αστυνομικούς του Επιτελείου του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας, της Δ.Ε.Ε., της Δ.Α.Α. και της Γ.Α.Δ.Π. Κρήτης, σχηματίστηκε δικογραφία σε βάρος δέκα οκτώ (18) ατόμων, τα οποία, όπως προέκυψε από το προανακριτικό υλικό, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται και τα αποτελέσματα των εργαστηριακών αναλύσεων των ευρημάτων, συμμετείχαν σε οργανωμένη εγκληματική ομάδα. Στην δράση της, περιλαμβάνεται και η ένοπλη ενέδρα της 5ης Νοεμβρίου 2007, στον οικισμό Ζωνιανά, που είχε ως αποτέλεσμα τον τραυματισμό τριών (3) Ειδικών Φρουρών (ο ένας νοσηλεύεται ακόμη στο ΠΑΓΝ Ηρακλείου).
 
Ειδικότερα:
 
  Επτά (7), από τα άτομα αυτά, κατηγορούνται για συμμετοχή στην εγκληματική ομάδα και επίθεση κατά της αστυνομικής δύναμης.
  Εννέα (9) κατηγορούνται για συμμετοχή στην ευρύτερη εγκληματική ομάδα, που με διαφοροποιημένη κατά περίπτωση σύνθεση, έχει διαπράξει σωρεία κακουργηματικού και πλημμεληματικού χαρακτήρα αδικημάτων (διακίνηση όπλων και ναρκωτικών, ληστείες, διακεκριμένες περιπτώσεις φθοράς κ.λπ.)
  Δύο (2) κατηγορούνται για διάπραξη πράξης πλημμεληματικού χαρακτήρα (πλαστογραφία).
 
 
 
Από το σύνολο των 18 ατόμων:
 
  Έξι (6), οι οποίοι είχαν προσαχθεί χθες (22-1-2008) στην Α.Δ. Ρεθύμνης από την ευρύτερη περιοχή του Μυλοποτάμου, συνελήφθησαν και με τη σχηματισθείσα δικογραφία θα οδηγηθούν σε λίγη ώρα στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρεθύμνης.
  Έξι (6), προσήχθησαν χθες στην ίδια Αστυνομική Διεύθυνση από διάφορα Σωφρονιστικά Καταστήματα, όπου βρίσκονται προφυλακισμένοι για συμμετοχή σε άλλες κακουργηματικού χαρακτήρα δραστηριότητες της εγκληματικής ομάδας στην περιοχή του νομού Ηρακλείου (απόπειρες ανθρωποκτονίας, ληστείες, κλοπές Α.Τ.Μ., κ.λπ.), εξετάστηκαν στα πλαίσια της προανάκρισης και στη συνέχεια οδηγήθηκαν και παραδόθηκαν τις πρωινές ώρες σήμερα στα αντίστοιχα Σωφρονιστικά Καταστήματα.
   Σε βάρος δύο (2) ατόμων, έχει ήδη ασκηθεί ποινική δίωξη για συμμετοχή στην ως άνω παράνομη δραστηριότητα της εγκληματικής ομάδας στην περιοχή του Ηρακλείου και έχουν αφεθεί ελεύθεροι με περιοριστικούς όρους. Για τον λόγο αυτό δεν προσήχθησαν.
   Δύο (2), κατηγορούνται για πλημμεληματικού χαρακτήρα πράξη και δεν συνελήφθησαν λόγω παρέλευσης του αυτοφώρου.
   Δύο (2) αναζητούνται.
 
 

Για περισσότερες πληροφορίεςΤηλ.:210 6977505
Fax:210 6929764
e-mail:elasgrty@mopo.gr

23-01-2008:Κατάθεση του σχέδιου νόμου στη Βουλή «Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών», από τον Υπουργό Εσωτερικών κ. Προκόπη Παυλόπουλο

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ
 

Αθήνα, 23/01/2008

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
 
Κατατέθηκε σήμερα στη Βουλή από τον Υπουργό Εσωτερικών Καθηγητή κ. Προκόπη Παυλόπουλο το σχέδιο νόμου «Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών». Με το προτεινόμενο σχέδιο νόμουεπιδιώκεται η αύξηση της αποτελεσματικότητας της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών στο πλαίσιο που καθορίζει η αποστολή της, με απόλυτο σεβασμό στη συνταγματική και διεθνή νομιμότητα και, άρα, στα Δικαιώματα του Ανθρώπου και τις επιταγές του Κράτους Δικαίου, αλλά και με ουσιαστικό έλεγχο της δράσης της, μέσα από αναβαθμισμένες και αποτελεσματικές μορφές ελέγχου.
            Το πλήρες κείμενο του σχεδίου νόμου και της αιτιολογικής του έκθεσης έχουν ως ακολούθως:
 
«Σχέδιο νόμου
 Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών
 
Αρθρο   1
 
Χαρακτήρας – Υπαγωγή
 
 
Η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ) αποτελεί αυτοτελή δημόσια πολιτική υπηρεσία και υπάγεται στον Υπουργό Εσωτερικών, ο οποίος είναι αρμόδιος για τον καθορισμό της δράσης της ΕΥΠ στο πλαίσιο των εθνικών προτεραιοτήτων της κυβερνητικής πολιτικής, με την επιφύλαξη του άρθρου 5 παρ.3 του ν. 2292/1995.
 
 
Αρθρο    2
Αποστολή
 
 
1. Η ΕΥΠ έχει ως αποστολή, στο πλαίσιο του Συντάγματος και των νόμων, την αναζήτηση, συλλογή, επεξεργασία και γνωστοποίηση στις αρμόδιες αρχές των πληροφοριών που αφορούν :
 
α. Την προστασία και προώθηση των πολιτικών, οικονομικών, στρατιωτικών και εν γένει εθνικών στρατηγικών συμφερόντων της Χώρας.
 
β. Την πρόληψη και αντιμετώπιση δραστηριοτήτων που συνιστούν απειλή κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος, των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ανθρώπου, της εδαφικής ακεραιότητας και της εθνικής ασφάλειας του Ελληνικού Κράτους, καθώς και του εθνικού πλούτου της Χώρας.
 
γ. Την πρόληψη και αντιμετώπιση δραστηριοτήτων τρομοκρατικών οργανώσεων καθώς και άλλων ομάδων οργανωμένου εγκλήματος.
 
2. Η ΕΥΠ σε περίοδο πολέμου, επιστράτευσης ή άμεσης απειλής της εθνικής ασφάλειας υπάγεται στον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ, ο οποίος, διά του Διοικητή της ΕΥΠ, ασκεί πλήρη έλεγχο σε ό,τι αφορά την συμβολή της στην άμυνα και την ασφάλεια της Χώρας. Στην περίπτωση οποιασδήποτε δράσης που αποβλέπει στη βίαιη κατάλυση του δημοκρατικού πολιτεύματος, η ΕΥΠ, μετά από απόφαση του ΚΥΣΕΑ, λειτουργεί ως κεντρική υπηρεσία διαχείρισης πληροφοριών της Χώρας.
 
 
Αρθρο   3
Συγκρότηση – Διάρθρωση
 
1. Η ΕΥΠ συγκροτείται από την Κεντρική Υπηρεσία και τις Περιφερειακές Μονάδες.
 
2. Η Κεντρική Υπηρεσία περιλαμβάνει Διευθύνσεις, Υποδιευθύνσεις, Τμήματα, Αυτοτελή Τμήματα και Αυτοτελή Γραφεία που ορίζονται με τον Οργανισμό της ΕΥΠ, σύμφωνα με το άρθρο 11 του παρόντος.
 
3. Στις Περιφερειακές Μονάδες ανήκουν οι υπηρεσίες, τα όργανα και οι σύνδεσμοι που ιδρύονται ή τοποθετούνται σε διάφορες περιοχές της Χώρας ή του εξωτερικού και ασκούν τις αρμοδιότητές τους σε ορισμένη περιφέρεια.
 
            4. Στην ΕΥΠ λειτουργεί:
 
            α. Γραφείο Νομικού Συμβούλου του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
 
            β. Υπηρεσία Ιστορικού Αρχείου, που υπάγεται απευθείας στον Διοικητή της ΕΥΠ, με κύριο έργο την ταξινόμηση και αξιοποίηση των εγγράφων και του οπτικοακουστικού υλικού. Τα έγγραφα και το υλικό αυτό αποχαρακτηρίζονται μετά την πάροδο 30ετίας, με απόφαση του Διοικητή της ΕΥΠ, ύστερα από γνώμη Τριμελούς Επιτροπής Αποχαρακτηρισμού, που συγκροτείται από υπαλλήλους της ΕΥΠ, με απόφαση του ιδίου. Εξαιρούνται από τον αποχαρακτηρισμό τα έγγραφα και υλικά που βρίσκονται στο στάδιο της μηχανοργάνωσης, όσα έχουν φθαρεί και απαιτείται η συντήρησή τους, καθώς και εκείνα η δημοσιοποίηση των οποίων θα μπορούσε να επιφέρει βλάβη στα εθνικά συμφέροντα ή σε δικαιώματα που απορρέουν από την προσωπικότητα.
 
 
Αρθρο    4
Αρμοδιότητες
 
Για την εκπλήρωση της αποστολής της, η ΕΥΠ ασκεί τις ακόλουθες ιδίως αρμοδιότητες:
 
1. Συλλέγει και παρέχει πληροφορίες και στοιχεία, προβαίνει σε εκτιμήσεις και υποβάλλει προτάσεις στον Υπουργό Εσωτερικών και τους καθ’ ύλη συναρμόδιους Υπουργούς για την πρόληψη ή αποτροπή απειλής της εθνικής ασφάλειας ή του δημοκρατικού πολιτεύματος, καθώς και για την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων της Χώρας.
 
2. Αναζητεί, συλλέγει, επεξεργάζεται και παρέχει πληροφορίες, στο πλαίσιο της προηγούμενης παραγράφου, κυρίως για θέματα που αφορούν στη δράση τρομοκρατικών οργανώσεων ή άλλων ομάδων οργανωμένου εγκλήματος στους τομείς της παράνομης διακίνησης ανθρώπων, ανθρωπίνων μελών, όπλων, ναρκωτικών ή άλλων απαγορευμένων ουσιών, ιδίως πυρηνικών, ραδιοβιολογικών και χημικών (ΠΡΒΧ), καθώς και για θέματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
 
3. Συντονίζει, στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΚΥΣΕΑ, τη δράση των υπηρεσιών πληροφοριών και ασφάλειας της Χώρας στον τομέα συλλογής και διάθεσης των πληροφοριών, που έχουν σχέση με το αντικείμενο της αποστολής της. Παράλληλα, συνεργάζεται και ενημερώνει την Διακλαδική Διεύθυνση Στρατιωτικών Πληροφοριών (ΔΔΣΠ) και τις υπηρεσίες πληροφοριών των Επιτελείων που εποπτεύονται από αυτήν, για θέματα της αρμοδιότητάς τους.
 
4. Μεριμνά για την αντιμετώπιση της κατασκοπευτικής σε βάρος της Χώρας δραστηριότητας.
 
5. Παρέχει στα αρμόδια για την αντιμετώπιση κρίσεων συλλογικά όργανα του Κράτους την αναγκαία πληροφοριακή συνδρομή για την επιτέλεση της αποστολής τους.
 
6. Παρέχει στους αρμόδιους φορείς του Υπουργείου Εθνικής ?μυνας την, εντός των ορίων της αρμοδιότητάς της, πληροφοριακή υποστήριξη, που είναι αναγκαία για την επιχειρησιακή σχεδίαση του ΓΕΕΘΑ.
 
7. Αποτελεί Τεχνικής Φύσεως Αρχή Ασφαλείας Πληροφοριών (INFOSEC) και μεριμνά για την ασφάλεια των εθνικών επικοινωνιών και συστημάτων τεχνολογίας πληροφοριών, καθώς και για την πιστοποίηση του διαβαθμισμένου υλικού των εθνικών επικοινωνιών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 2 του π.δ.325/2003 (ΦΕΚ Α΄- 273). Η πιστοποίηση παρέχεται έναντι καταβολής παραβόλου, το ύψος του οποίου καθορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών.
 
8. Ορίζεται ως η Εθνική Αρχή Αντιμετώπισης Ηλεκτρονικών Επιθέσεων, η οποία μεριμνά για την πρόληψη και την στατική και ενεργητική αντιμετώπιση ηλεκτρονικών επιθέσεων κατά δικτύων επικοινωνιών, εγκαταστάσεων αποθήκευσης πληροφοριών και συστημάτων πληροφορικής.
 
9. Συνεργάζεται με τις αντίστοιχες Υπηρεσίες άλλων χωρών και Διεθνών Οργανισμών για την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση της αποστολής της.
 
10. Συντάσσει, με βάση τις πληροφορίες που διαθέτει, πληροφοριακά δελτία, μελέτες και εκθέσεις τις οποίες και διαβιβάζει στις κατά περίπτωση αρμόδιες αρχές.
 
 
Αρθρο   5
Εποπτεία – τρόπος άσκησης αρμοδιοτήτων
 
1. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της ΕΥΠ, το προσωπικό της:
 
α. Υποχρεούται κατά τη συλλογή και επεξεργασία πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα να τηρεί τις διατάξεις του ν.2472/1997 (ΦΕΚ Α΄ 50) και ν.3471/2006 (ΦΕΚ Α΄ 133).
 
β. Ενεργεί, ύστερα από διάταξη του εισαγγελικού λειτουργού της παραγράφου 3 του παρόντος και κατά παρέκκλιση των διατάξεων των άρθρων 3 και 5 του ν.2225/1994 (ΦΕΚ Α΄ 121), της παρ. 4 του άρθρου 6 του ν.2713/1999 (ΦΕΚ Α΄ 89) και του π.δ.47/2005 (ΦΕΚ Α΄ 64), άρση απορρήτου επιστολών και τηλεφωνικής ή άλλης επικοινωνίας, καθώς και καταγραφή δραστηριότητας προσώπων με ειδικά τεχνικά μέσα και ιδίως με συσκευή ήχου και εικόνας εκτός κατοικίας.
 Η διάταξη αυτή υποβάλλεται προς έγκριση μέσα σε εικοσιτέσσερις ώρες στον αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών. Η ισχύς της διάταξης αρχίζει από την έγκριση του Εισαγγελέα Εφετών.
 
γ. Μπορεί να συλλέγει πληροφορίες για ζητήματα εθνικής ασφαλείας με διείσδυση ύστερα από εντολή του Διοικητή της ΕΥΠ και έγκριση του ασκούντος την εποπτεία εισαγγελέα.
 
δ. Μπορεί να δρα υπό κάλυψη στοιχείων ταυτότητας, ιδιότητας ή εργασίας ατομικά ή συλλογικά κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στον εσωτερικό κανονισμό της.
 
            2. Εντεταλμένο προσωπικό της ΕΥΠ, εφόσον κριθεί αναγκαίο και ύστερα από αίτηση της αρμόδιας αρχής, μπορεί να μετέχει στον έλεγχο που προβλέπεται από το άρθρο 5 του ν.3386/2005 (ΦΕΚ Α΄ 212), διατυπώνοντας απλή γνώμη για το αν ένας αλλοδαπός είναι επικίνδυνος για την εθνική ασφάλεια, καθώς και αν συντρέχουν στο πρόσωπό του οι προϋποθέσεις για να χαρακτηρισθεί ανεπιθύμητος κατά το άρθρο 82 του ίδιου νόμου.
 
3. Στην ΕΥΠ αποσπάται ύστερα από απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου ένας εισαγγελικός λειτουργός για χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να υπερβεί την τριετία, ο οποίος ελέγχει τη νομιμότητα των ειδικών επιχειρησιακών δράσεών της, που αφορούν θέματα Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και ασκεί όσες άλλες αρμοδιότητες του ανατίθενται με διατάξεις του παρόντος νόμου.
 
4. Το προσωπικό της ΕΥΠ εκπαιδεύεται στη χρήση όπλων και ειδικών μέσων και μηχανημάτων. Για την οπλοκατοχή και οπλοφορία εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του ν.3169/2003 (ΦΕΚ Α΄ 189). Η ΕΥΠ διαθέτει προσωπικό που φέρει υπηρεσιακό οπλισμό για την προστασία του και την φύλαξη των εγκαταστάσεών της.
 
 
Αρθρο   6
Υποχρεώσεις Αρχών – Υπηρεσιών
 
1. Οι δημόσιες υπηρεσίες και τα νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου, οι δημόσιες επιχειρήσεις, τα ελεγχόμενα ή εποπτευόμενα από το Δημόσιο νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, τα νομικά πρόσωπα του ευρύτερου δημόσιου τομέα, καθώς και οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού και οι επιχειρήσεις τους, υποχρεούνται να παρέχουν σε ειδικά εξουσιοδοτημένους υπαλλήλους της ΕΥΠ κάθε πληροφορία, στοιχείο ή συνδρομή για την εκπλήρωση της αποστολής της.
 
Οι ανωτέρω φορείς και το προσωπικό της ΕΥΠ οφείλουν να τηρούν το απόρρητο της επικοινωνίας και του περιεχομένου του αιτήματος καθώς και των στοιχείων του επιληφθέντος προσωπικού.
 
2. Η άρνηση, η παρέλκυση, η αμέλεια, η ατελής και η μη έγκαιρη ανταπόκριση στο αίτημα υπηρεσιακής αρωγής, καθώς και η παραβίαση της υποχρέωσης τήρησης του απορρήτου που προβλέπεται από το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 αποτελούν ειδικό πειθαρχικό παράπτωμα που τιμωρείται σύμφωνα με τα ισχύοντα στον Υπαλληλικό Κώδικα ή τις αντίστοιχες κατά περίπτωση διατάξεις για το μη πολιτικό προσωπικό των οικείων φορέων.
 
Αρθρο   7
Συντονιστικό Συμβούλιο Διαχείρισης Πληροφοριών
 
1. Συνιστάται Συντονιστικό Συμβούλιο Διαχείρισης Πληροφοριών, το οποίο αποτελείται από τους Υπουργούς :
 
α.   Εσωτερικών,
β.   Οικονομίας και Οικονομικών,
γ.   Εξωτερικών,
δ.   Εθνικής ?μυνας,
ε.   Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης,
στ. Μεταφορών και Επικοινωνιών,
ζ.   Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής,
η. Επικρατείας στον οποίο έχουν ανατεθεί οι αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Επικοινωνίας και της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης.
 
2. Στο Συντονιστικό Συμβούλιο Διαχείρισης Πληροφοριών μπορούν να μετέχουν ύστερα από ειδική πρόσκληση και άλλοι Υπουργοί, Υφυπουργοί και υπηρεσιακοί παράγοντες, όταν οι πληροφορίες αφορούν σε θέματα αρμοδιότητάς τους, καθώς και ειδικοί εμπειρογνώμονες.
 
3. Το ως άνω Συμβούλιο προβαίνει σε εκτιμήσεις διαχείρισης πληροφοριών επί σοβαρών εγκληματικών ενεργειών, απειλών ή συμβάντων που πλήττουν ή είναι δυνατόν να επηρεάσουν την ασφάλεια της Χώρας ή τις διεθνείς και διμερείς σχέσεις με άλλες χώρες, παρέχοντας τις κατευθυντήριες οδηγίες προς τα συναρμόδια Υπουργεία και τους λοιπούς εμπλεκόμενους φορείς, με την επιφύλαξη των άρθρων 3 παρ.1, 5 παρ.3, 8 παρ.4 και 11 παρ.8 του ν.2292/1995. Επίσης, χαράσσει και την επικοινωνιακή τακτική επί των ανωτέρω ζητημάτων.
 
4. Στο Συμβούλιο της παρ.1 προεδρεύει ο Υπουργός Εσωτερικών, και η γραμματειακή υποστήριξή του γίνεται με μέριμνα της ΕΥΠ.
 
 
Αρθρο   8
Συμβούλιο Πληροφοριών
 
1. Στην ΕΥΠ λειτουργεί Συμβούλιο Πληροφοριών, στο οποίο μετέχουν :
 
α. Ο Διοικητής της ΕΥΠ, ως πρόεδρος.
 
β. Οι αρμόδιοι Γενικοί Γραμματείς των Υπουργείων Εσωτερικών και Εξωτερικών, καθώς και οι Γενικοί Γραμματείς Επικοινωνίας και Ενημέρωσης.
 
γ. Ο Διευθυντής της Διακλαδικής Διεύθυνσης Στρατιωτικών Πληροφοριών (ΔΔΣΠ).
 
δ. Ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Κρατικής Ασφάλειας (ΔΙΚΑ) και ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Αντιμετώπισης Ειδικών Εγκλημάτων Βίας (ΔΑΕΕΒ) του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας.
 
ε. Ο Διευθυντής της Διεύθυνσης Ασφάλειας του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας, Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής.
 
Καθήκοντα γραμματέα του Συμβουλίου ασκεί ο προϊστάμενος της Διεύθυνσης, που σύμφωνα με τον Εσωτερικό Κανονισμό της ΕΥΠ είναι αρμόδια για τη διοικητική υποστήριξή του.
 
            Η συγκρότηση του Συμβουλίου Πληροφοριών γίνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, η οποία δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 
2. Το Συμβούλιο Πληροφοριών είναι αρμόδιο :
 
α. Να συντονίζει όλες τις Υπηρεσίες πληροφοριών και ασφάλειας του Κράτους στον τομέα της συλλογής και διάθεσης πληροφοριών.
 
β. Να καταγράφει τις ανταλλασσόμενες πληροφορίες, στοιχεία και απόψεις.
 
γ. Να προσδιορίζει και να διατυπώνει νέες πληροφοριακές απαιτήσεις, όπως αυτές διαμορφώνονται στο σύγχρονο διεθνές περιβάλλον ασφάλειας.
 
δ. Να εξάγει συμπεράσματα και να διατυπώνει προτάσεις στους καθ΄ ύλην αρμόδιους Υπουργούς.
 
3. Ο πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Πληροφοριών των περιπτώσεων γ΄, δ΄ και ε΄ της παραγράφου 1 αναπληρώνονται σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος από τους νόμιμους αναπληρωτές τους στη θέση που υπηρετούν.
 
 
4. Στο Συμβούλιο Πληροφοριών μπορούν να μετέχουν, ύστερα από πρόσκληση του προέδρου, ανάλογα με τη φύση των συζητούμενων θεμάτων, εκπρόσωποι και άλλων δημόσιων υπηρεσιών ή νομικών προσώπων του δημόσιου τομέα και ειδικοί εμπειρογνώμονες για την παροχή απλής γνώμης.
 
5. Οι αρμοδιότητες του ως άνω συμβουλίου ασκούνται στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΚΥΣΕΑ και των οδηγιών του Υπουργού Εσωτερικών.
 
6. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών καθορίζεται η ειδικότερη διαδικασία συγκρότησης και λειτουργίας του Συμβουλίου, ο τρόπος λήψης αποφάσεων και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
 
 
Αρθρο   9
Διοικητής – Υποδιοικητές
 
1. Της ΕΥΠ προΐσταται ο Διοικητής.
 
2. Ο Διοικητής είναι μετακλητός υπάλληλος της κατηγορίας των ειδικών θέσεων με βαθμό 1ο. Διορίζεται και παύεται ελεύθερα με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών.
 
3. Για τον διορισμό στη θέση του Διοικητή της ΕΥΠ απαιτείται η κατοχή τουλάχιστον πτυχίου Πανεπιστημίου της ημεδαπής ή ισότιμου της αλλοδαπής και διοικητική πείρα στον δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα. Ως Διοικητής μπορεί να ορισθεί και δημόσιος υπάλληλος ή υπάλληλος του δημόσιου τομέα.
 
4. Τον Διοικητή βοηθούν στο έργο του δύο Υποδιοικητές. Οι Υποδιοικητές είναι μετακλητοί υπάλληλοι της κατηγορίας των ειδικών θέσεων με βαθμό 2ο και διορίζονται και παύονται ελεύθερα με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών. Για τον διορισμό σε θέση Υποδιοικητή της ΕΥΠ απαιτούνται προσόντα ανάλογα με αυτά του Διοικητή. Καθήκοντα Υποδιοικητών μπορεί να ανατίθενται και σε δημόσιους υπαλλήλους ή υπαλλήλους του δημόσιου τομέα.
 
5. Σε περίπτωση που διορίζεται σε θέση Διοικητή ή Υποδιοικητή δημόσιος υπάλληλος ή υπάλληλος νομικού προσώπου του δημόσιου τομέα, όπως οριοθετείται κάθε φορά, αναστέλλεται η άσκηση των καθηκόντων στην κύρια θέση του, στην οποία επανέρχεται αυτοδικαίως μετά την απαλλαγή από τα καθήκοντα της συγκεκριμένης θέσης.
 
6. Ο Διοικητής της ΕΥΠ ασκεί τη διοίκηση της Υπηρεσίας, καθοδηγεί, συντονίζει, εποπτεύει και ελέγχει το έργο της και είναι υπεύθυνος έναντι του Υπουργού Εσωτερικών για την άσκηση των καθηκόντων του.
 
7. Ο χρόνος της θητείας του Διοικητή και των Υποδιοικητών λογίζεται ως χρόνος που διανύθηκε στην οργανική του θέση ως προς όλες τις υπηρεσιακές συνέπειες.
 
8. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, καθορίζονται οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα του Διοικητή και των Υποδιοικητών και ρυθμίζονται θέματα αναπλήρωσης αυτών σε περίπτωση κωλύματος ή απουσίας τους.
 
 
Αρθρο 10
Κατηγορίες προσωπικού
 
1. Το προσωπικό της ΕΥΠ αποτελείται από :
 
α. Μόνιμο πολιτικό προσωπικό, για την πρόσληψη του οποίου εφαρμόζονται, αποκλειστικά, οι ειδικές διατάξεις του Οργανισμού της ΕΥΠ.
 
β. Ειδικό επιστημονικό, καθώς και τεχνικό ή βοηθητικό προσωπικό, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου ή αορίστου χρόνου.
 
γ. Εν ενεργεία αξιωματικούς και υπαξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων και του Λιμενικού Σώματος, αξιωματικούς του Πυροσβεστικού Σώματος και αστυνομικό προσωπικό της Ελληνικής Αστυνομίας.
 
            2. Οι οργανικές θέσεις προσωπικού της ΕΥΠ ορίζονται συνολικά στον Οργανισμό της, η δε σύνθεση του προσωπικού κατά κλάδο και ειδικότητα καθορίζεται στον Εσωτερικό Κανονισμό και στον Πίνακα Σύνθεσης και Κατανομής του προσωπικού της, ο οποίος και τον συνοδεύει.
 
 
Αρθρο   11
Οργανισμός
 
1. Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών καταρτίζεται ο Οργανισμός της ΕΥΠ.. Με τον Οργανισμό αυτόν, μπορεί και κατά παρέκκλιση από τις ισχύουσες διατάξεις να:
 
α. Αναδιαρθρώνονται, συγχωνεύονται ή καταργούνται υφιστάμενες υπηρεσίες και συνιστώνται νέες υπηρεσίες.
 
β. Συνιστώνται, αναδιαρθρώνονται ή καταργούνται κλάδοι και θέσεις κάθε κατηγορίας, βαθμού και ειδικότητας, μόνιμου ή με οποιαδήποτε σχέση εργασίας προσωπικού και καθορίζεται η κατανομή τους κατά κλάδο και ειδικότητα, τα απαιτούμενα για το διορισμό ή την πρόσληψη ειδικά προσόντα, τα όργανα και η διαδικασία διορισμού και τοποθέτησης και ρυθμίζεται κάθε άλλο σχετικό με αυτά θέμα.
 
γ. Καθορίζονται ο κλάδος και ο τίτλος των προϊσταμένων των υπηρεσιακών μονάδων της ΕΥΠ, ο τρόπος της πλήρωσης των θέσεων αυτών, οι προϋποθέσεις, τα απαιτούμενα προσόντα, τα όργανα και η διαδικασία διορισμού και τοποθέτησης των προσώπων αυτών, οι αρμοδιότητές τους και τα καθήκοντά τους, η αναπλήρωσή τους, καθώς και κάθε άλλο σχετικό με αυτά θέμα.
 
δ. Καθορίζονται ο αριθμός, ο κλάδος, ο βαθμός και η ειδικότητα του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, του Λιμενικού Σώματος και των Σωμάτων Ασφαλείας, που απαιτείται για την κάλυψη των υπηρεσιακών αναγκών της ΕΥΠ, καθώς και οι όροι και οι προϋποθέσεις επιλογής και παραμονής τους στην Υπηρεσία και ρυθμίζεται γενικότερα η υπηρεσιακή τους κατάσταση, κατόπιν προτάσεως των συναρμόδιων Υπουργών.
 
ε. Καθορίζονται οι υπηρεσιακές σχέσεις μεταξύ του πολιτικού προσωπικού και του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων, του Λιμενικού Σώματος και των Σωμάτων Ασφαλείας και ρυθμίζονται θέματα πειθαρχικού δικαίου, ως και οι επιβαλλόμενες κυρώσεις για παραβάσεις των υποχρεώσεων του προσωπικού που προβλέπονται από τον Εσωτερικό Κανονισμό.
 
2. Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, μπορεί να θεσπίζονται ηθικά κίνητρα για την εξασφάλιση ικανού προσωπικού στην ΕΥΠ.
 
 
Αρθρο 12
Εσωτερικός Κανονισμός
 
Με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών εγκρίνονται ο Εσωτερικός Κανονισμός της ΕΥΠ και ο Πίνακας Σύνθεσης και Κατανομής του προσωπικού της στους κλάδους και τις υπηρεσίες της. Με τον Κανονισμό αυτόν ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες της οργανωτικής διάρθρωσης των υπηρεσιών της ΕΥΠ, η στελέχωσή τους, οι ειδικότερες αρμοδιότητές τους, τα ειδικά καθήκοντα του Διοικητή, των Υποδιοικητών και λοιπών προϊσταμένων και οι ειδικότερες υποχρεώσεις του προσωπικού της ΕΥΠ. Καθορίζεται επίσης ο αριθμός των θέσεων, των οργάνων ή των συνδέσμων, καθώς και τα θέματα της λειτουργίας και των αρμοδιοτήτων τους. Ο Κανονισμός αυτός καθώς και οι πράξεις συγκρότησης των συλλογικών οργάνων που προβλέπονται από αυτόν είναι απόρρητοι και δεν δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 
Αρθρο 13
Εκπαίδευση προσωπικού ΕΥΠ
 
            1. Το προσωπικό της ΕΥΠ, για την αποτελεσματικότερη εκτέλεση των καθηκόντων του, εκπαιδεύεται, επιμορφώνεται και εξειδικεύεται σε σχολές της υπηρεσίας. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών και Οικονομίας και Οικονομικών ρυθμίζονται τα θέματα σύστασης, λειτουργίας και οργάνωσης των σχολών αυτών, η διάρκεια της εκπαίδευσης, η εκπόνηση προγραμμάτων διδασκαλίας και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
 
            2. Με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού καθορίζονται οι προϋποθέσεις και η διαδικασία εκπαίδευσης ή μετεκπαίδευσης του προσωπικού της ΕΥΠ σε σχολές των Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας ή άλλων δημόσιων υπηρεσιών ή φορέων του εσωτερικού ή εξωτερικού, η συμμετοχή σε προγράμματα φορέων της ημεδαπής ή αλλοδαπής, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα.
 
 
Αρθρο 14
 
Καθήκον εχεμύθειας
 
            1. Ο Διοικητής και οι Υποδιοικητές της ΕΥΠ, καθώς και το κάθε κατηγορίας προσωπικό της, έχουν καθήκον εχεμύθειας για τα έγγραφα, τις πληροφορίες ή τα άλλα στοιχεία των οποίων λαμβάνουν γνώση στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων τους. Η παράβαση του καθήκοντος εχεμύθειας αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα, το οποίο τιμωρείται για μεν τους πολιτικούς υπαλλήλους της Υπηρεσίας σύμφωνα με τα ισχύοντα στον Υπαλληλικό Κώδικα, για δε τους λοιπούς σύμφωνα με τις κείμενες κατά περίπτωση διατάξεις.
 
            2. Οι ανωτέρω έχουν καθήκον εχεμύθειας για διαβαθμισμένα έγγραφα, πληροφορίες ή άλλα στοιχεία και μετά την αποχώρησή τους από την Υπηρεσία, για όσο χρόνο διαρκεί η διαβάθμιση.
 
3. Όποιος με οποιονδήποτε τρόπο δημοσιοποιεί διαβαθμισμένα έγγραφα ή στοιχεία που αφορούν στην υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού και τον εξοπλισμό της ΕΥΠ, καθώς και όποιος παραβιάζει καθήκον εχεμύθειας ή τήρησης του απορρήτου που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον ενός (1) έτους και με χρηματική ποινή από 20.000,00 € μέχρι 500.000,00 €, εφόσον η πράξη δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη και ιδίως από τα άρθρα 146 και 147 του Π.Κ.
 
            4. Το προσωπικό της ΕΥΠ δεν επιτρέπεται να καταθέτει ως μάρτυρας στα δικαστήρια ή ενώπιον άλλης αρχής για ό,τι αναφέρεται σε θέματα, πληροφορίες, γεγονότα ή πρόσωπα που αφορούν την Υπηρεσία, χωρίς προηγούμενη έγκριση του Υπουργού Εσωτερικών .
 
            5. Η ΕΥΠ, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, εξαιρείται από την υποχρέωση να γνωστοποιεί σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες και νομικά πρόσωπα δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου πληροφορίες ή στοιχεία εφόσον ο Διοικητής κρίνει ότι η δημοσιοποίησή τους βλάπτει το δημόσιο συμφέρον. Η πρόσβαση στα αρχεία της ΕΥΠ επιτρέπεται μόνο στο προσωπικό της που εξουσιοδοτείται για την τήρηση και επεξεργασία του.
 
 
 
 
Αρθρο 15
Υπηρεσιακό Συμβούλιο
 
            1. Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο των πολιτικών υπαλλήλων της ΕΥΠ είναι πενταμελές και αποτελείται από :
 
            α. Τον Υποδιοικητή, που ορίζεται από τον Εσωτερικό Κανονισμό ως πρόεδρος, με αναπληρωτή τον άλλο Υποδιοικητή της ΕΥΠ.
 
            β. Δύο μονίμους πολιτικούς υπαλλήλους της ΕΥΠ, κατηγορίας Π.Ε., από τους έχοντες τον μεγαλύτερο βαθμό, οι οποίοι ορίζονται με ισάριθμους αναπληρωτές, της ίδιας κατηγορίας και βαθμού, από τον Διοικητή.
 
γ. Δύο εκπροσώπους των πολιτικών υπαλλήλων της ΕΥΠ, οι οποίοι ορίζονται με τους αναπληρωτές τους από το διοικητικό συμβούλιο του δευτεροβάθμιου συνδικαλιστικού τους οργάνου.
 
2. Το Συμβούλιο συγκαλείται από τον πρόεδρο και συνεδριάζει νομίμως, όταν παρίσταται ο πρόεδρος και δύο τουλάχιστον από τα μέλη του. Στο Συμβούλιο εισηγείται το μέλος που ορίζει κάθε φορά ο πρόεδρος. Χρέη εισηγητή μπορεί να ασκήσει και ο πρόεδρος.
 
3. Καθήκοντα γραμματέα του Συμβουλίου ασκεί μόνιμος υπάλληλος της ΕΥΠ, κατηγορίας Π.Ε., ο οποίος ορίζεται με τον αναπληρωτή του από τον Διοικητή.
 
4. Το Υπηρεσιακό Συμβούλιο ασκεί και χρέη Υπηρεσιακού Πειθαρχικού Συμβουλίου, με τις αρμοδιότητες που προβλέπονται από τις σχετικές διατάξεις του Υπαλληλικού Κώδικα. Το Συμβούλιο αυτό αποφαίνεται σε πρώτο και τελευταίο βαθμό και οι αποφάσεις του προσβάλλονται μόνον ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων.
 
Αρθρο 16
Μετατάξεις
 
Κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, το πολιτικό προσωπικό της ΕΥΠ, εφόσον αυτό επιβάλλεται από λόγους δημόσιου συμφέροντος, μπορεί να μετατάσσεται σε κενές οργανικές ή συνιστώμενες με την πράξη μετάταξης προσωποπαγείς θέσεις άλλων υπηρεσιών του Δημοσίου, νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου και κάθε βαθμού ΟΤΑ, με βάση τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα του, ύστερα από γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου της ΕΥΠ και κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού.
 
Το προσωπικό της ΕΥΠ, το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 3231/2004 (ΦΕΚ Α’ 45) θέτει υποψηφιότητα κατά τις βουλευτικές, ευρωβουλευτικές, δημοτικές και κοινοτικές εκλογές, εάν δεν εκλεγεί ή, εάν εκλεγεί, μετά τη λήξη της θητείας του για οποιονδήποτε λόγο, δύναται με αίτησή του να μετατάσσεται, κατά παρέκκλιση κάθε γενικής ή ειδικής διάταξης, σε άλλες υπηρεσίες του Δημοσίου, Ν.Π.Δ.Δ. και Ο.Τ.Α. πρώτου και δεύτερου βαθμού. Η μετάταξη γίνεται σε κενές οργανικές θέσεις ή συνιστώμενες με την πράξη μετάταξης προσωποπαγείς θέσεις, με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, μετά από εισήγηση του Διοικητή της ΕΥΠ.
 
 
Αρθρο 17
Μεταθέσεις – Αποσπάσεις
 
1. Οι μεταθέσεις των υπαλλήλων της ΕΥΠ ενεργούνται κατά τους θερινούς μήνες. Μεταθέσεις για λόγους που αναφέρονται στο συμφέρον της Υπηρεσίας διενεργούνται σε οποιονδήποτε χρόνο, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη, ύστερα από γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου. Η διαδικασία και οι λεπτομέρειες διενέργειας των μεταθέσεων ρυθμίζονται με τον Οργανισμό της ΕΥΠ.
 
2. Δεν επιτρέπεται μετάθεση των υπαλλήλων της ΕΥΠ που είναι μέλη των διοικητικών συμβουλίων των συνδικαλιστικών οργανώσεών της, χωρίς έγγραφη συγκατάθεση των ιδίων και της συνδικαλιστικής τους οργάνωσης.
 
3. Απαγορεύεται σε κάθε περίπτωση η απόσπαση εκτός ΕΥΠ του πολιτικού προσωπικού της.
 
4. Μόνιμοι υπάλληλοι και υπάλληλοι ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου δημόσιων υπηρεσιών και νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, που κατέχουν οργανικές θέσεις και είναι σύζυγοι υπαλλήλων της ΕΥΠ, επιτρέπεται να αποσπώνται, κατά παρέκκλιση των ισχυουσών διατάξεων, σε υπηρεσίες του Δημοσίου ή του ευρύτερου δημόσιου τομέα, στην περιοχή όπου υπηρετεί ο (η) σύζυγός τους, με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρ. 14 του άρθρου 10 του ν.3051/2002 (ΦΕΚ Α΄ 220). Η απόσπαση διενεργείται με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, που εκδίδεται ύστερα από σχετική αίτηση του υπαλλήλου και σύμφωνη γνώμη του Υπηρεσιακού Συμβουλίου της Υπηρεσίας ή του φορέα, από τον οποίο αποσπάται.
 
5. Οι πράξεις διορισμού, μετάταξης, μετάθεσης και κάθε άλλης υπηρεσιακής μεταβολής οποιασδήποτε φύσεως ή κατηγορίας, που αφορούν στο προσωπικό της ΕΥΠ, δεν δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 
Αρθρο 18
Αναγνώριση χρόνου υπηρεσίας του υπηρετούντος στην ΕΥΠ προσωπικού
άλλων Υπηρεσιών
 
Ο χρόνος υπηρεσίας στην ΕΥΠ του προσωπικού των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας, των δημόσιων υπαλλήλων και των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα λογίζεται, για κάθε συνέπεια, ως χρόνος πραγματικής υπηρεσίας στο Όπλο, Κλάδο, Σώμα ή υπηρεσία που ανήκουν. Ο χρόνος υπηρεσίας στην ΕΥΠ των αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων και του Λιμενικού Σώματος λογίζεται κατά περίπτωση ως χρόνος διοίκησης ή ειδικής υπηρεσίας, αντίστοιχης του βαθμού τους. Ειδικά για τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων, ο καθορισμός του χρόνου διοικήσεως γίνεται σύμφωνα με τα καθοριζόμενα στις διαταγές των οικείων Γενικών Επιτελείων.
 
 
Αρθρο   19
Προϋπολογισμός – Πάγιες Προκαταβολές
 
1. Για τη λειτουργία της ΕΥΠ εγγράφονται κατ΄ έτος στον κρατικό προϋπολογισμό οι αναγκαίες πιστώσεις, σε Ειδικό Φορέα του Υπουργείου Εθνικής ?μυνας. Ο προϋπολογισμός της ΕΥΠ εκτελείται με μέριμνά της, διά του Ειδικού Λογιστηρίου του Υπουργείου Εθνικής ?μυνας.
 
2. Ο τρόπος διαχείρισης και δικαιολόγησης των ποσών που εγγράφονται στις απόρρητες δαπάνες του Ειδικού Φορέα ρυθμίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, και Οικονομίας και Οικονομικών, η οποία δεν δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 
3. Για την αντιμετώπιση των τακτικών δαπανών της ΕΥΠ, συνιστάται στην Κεντρική Υπηρεσία πάγια προκαταβολή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 46 του ν.2362/1995 (ΦΕΚ Α΄ 247). Ως την έκδοση του σχετικού προεδρικού διατάγματος, εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι ισχύουσες διατάξεις.
 
 
΄Αρθρο   20
Προμήθειες και παροχή υπηρεσιών της ΕΥΠ
 
1. Για την εκτέλεση της αποστολής της, η ΕΥΠ εφοδιάζεται με τα αναγκαία μέσα και εξοπλισμό.
 
2. Οι προμήθειες και η παροχή υπηρεσιών της ΕΥΠ διέπονται από τις διατάξεις του ν.2286/1995 (ΦΕΚ Α΄ 19). Κατ΄ εξαίρεση, οι προμήθειες και οι παροχές υπηρεσιών για τον εξοπλισμό της ΕΥΠ, που, με απόφαση του Διοικητή της, εμπίπτουν στις διατάξεις των εδαφίων γ΄, δ΄ και ε΄ της περίπτωσης ΙΙ της παραγράφου 5 του άρθρου 1 του ν.2286/1995, διενεργούνται με βάση ειδικό κανονισμό, που εκδίδεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών.
 
Αρθρο   21
Μεταβατικές διατάξεις
 
Ως την έκδοση των κανονιστικών πράξεων που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου, η ΕΥΠ εξακολουθεί να λειτουργεί με τις υφιστάμενες διατάξεις, εφόσον αυτές δεν αντίκεινται στις διατάξεις του νόμου αυτού.
 
 
Αρθρο   22
Καταργούμενες διατάξεις
 
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, καταργούνται οι διατάξεις του ν.1645/1986 (ΦΕΚ Α΄ 132), καθώς και κάθε γενική ή ειδική διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις του νόμου αυτού.
 
Αρθρο 23
 
Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 
 
                                                                  Αθήνα, 23 Ιανουαρίου 2008
 
 
 
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
 
 
 
 ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ                                            ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ   
 
 
 
 
ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ                     ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ
 
 
 
 
            ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ                                                          ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ
 
 
 
 
 
ΘΕΟΔΩΡΑ ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ                                ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΕΪΜΑΡΑΚΗΣ
 
 
 
 
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
 
 
 
 
 
ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ
 
 
Α Ι Τ Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Η   Ε Κ Θ Ε Σ Η
 
Στο σχέδιο νόμου «Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών».
 
 
Π Ρ Ο Σ
 
ΤΗ ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
 
 
            Η διαμόρφωση και εγγύηση ενός υψηλού και ποιοτικού επιπέδου ασφάλειας για τη Χώρα μας, το οποίο αποτελεί σταθεροποιητική βάση για την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή της, καθώς και για την έγκυρη παρουσία και συμμετοχή της στο παγκόσμιο περιβάλλον, αποτελεί διαχρονικά μόνιμο και σταθερό στόχο για όλες τις κυβερνήσεις αλλά και, ευρύτερα, για όλες τις πολιτικές δυνάμεις του Τόπου μας. Ο σχεδιασμός μιας στρατηγικής εθνικής ασφάλειας, που θα εξασφαλίζει και θα αξιοποιεί ένα αποτελεσματικό σύστημα ενημέρωσης, συλλογής, επεξεργασίας και αξιοποίησης πληροφοριών στην άσκηση των επιμέρους πολιτικών της Χώρας, κυρίως σε διεθνές επίπεδο, είναι σήμερα όσο ποτέ άλλοτε αναγκαίος.
 
Η θέση αυτή επιβάλλει την εξέλιξη ενός μηχανισμού πληροφοριών, προσανατολισμένου στην μεγιστοποίηση του συνολικού κοινωνικού οφέλους, χωρίς να θίγει την αξία του ανθρώπου και την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς του. Η θέσπιση μιας νομιμοποιημένης στρατηγικής ασφάλειας αποτελεί κοινωνική ανάγκη και, ταυτόχρονα, πολιτική, κοινωνική και προσωπική ευθύνη όλων μας, απαιτεί δε την ευρύτερη δυνατή συναίνεση.
 
            Στη Χώρα μας, βασικό μηχανισμό συλλογής και επεξεργασίας πληροφοριών αποτελεί η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών (ΕΥΠ), η οποία, ανεξάρτητα από την ιδιαίτερη κάθε φορά οργανωτική και λειτουργική δομή της, είχε και έχει ως αποστολή της τη συλλογή και επεξεργασία πληροφοριών που αφορούν στην εθνική ασφάλεια της Χώρας, αλλά και την αντιμετώπιση, σχεδιαστικά και επιχειρησιακά, κάθε κατασκοπευτικής δραστηριότητας σε βάρος της.
 
Αναμφίβολα, η οργανωτική δομή, η υπαγωγή και η λειτουργία της Υπηρεσίας αυτής υπαγορεύθηκαν καθοριστικά τόσο από τις ιδιαίτερες συνθήκες του διεθνούς περιβάλλοντος ασφάλειας και τις αντίστοιχες εθνικές προτεραιότητες, όσο και από το βαθμό ωρίμανσης και ισορροπιών του διοικητικού και κυρίως του πολιτικού συστήματος της Χώρας.
 
            Βεβαίως, οι Υπηρεσίες Πληροφοριών είναι οι κατ’ εξοχήν μηχανισμοί που βρίσκονται σε μια συνεχή διάδραση με το ευρύτερο κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον. Η εξελικτική τους δυναμική πρέπει να ανταποκρίνεται στις ραγδαία μεταβαλλόμενες συνθήκες και να έχει όραμα, προσανατολισμό και κατεύθυνση προς το μέλλον.  Το ζήτημα της ορθολογικής ροής των δεδομένων είναι ιδιαίτερα έντονο στις ημέρες μας, όπου οι ταχέως μεταβαλλόμενες συνθήκες στην τεχνολογία και την οικονομία, στη γνώση και τον πολιτισμό, στην πολιτική και την κοινωνία δημιουργούν προβλήματα αρκετά πιο σύνθετα σε σχέση με το παρελθόν. Η αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών καθιστά την εγκυρότητα και την ταχύτητα απόκτησης της πληροφορίας απαραίτητα εργαλεία για την άσκηση πολιτικών προάσπισης των συμφερόντων της Χώρας και αντιμετώπισης των απειλών.
 
            Η παγκοσμιοποίηση σε όρους τεχνολογικής εξέλιξης και οικονομίας, η ταχύτητα διακίνησης προσώπων, η ύπαρξη εστιών συγκρούσεων, η καταπίεση λαών και το γενικότερο ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον, στην ευρύτερη περιοχή της Χώρας μας, συνθέτουν ένα πλέγμα κρίσιμων προβλημάτων, το οποίο επιβάλλει συνεχή ροή και ιδιαίτερα προηγμένες και ολοκληρωμένες μεθόδους συλλογής, μελέτης, ανάλυσης και κατανόησης πληροφοριών, καθώς και σχεδιασμού και αντιμετώπισης των προκλήσεων, με διαρκή ετοιμότητα και επαγρύπνηση σε όλα τα επίπεδα.
 
Σήμερα, προτεραιότητα αποτελεί η αντιμετώπιση του κινδύνου των ασύμμετρων απειλών και των μαζικών ή ακόμη και τυφλών τρομοκρατικών χτυπημάτων, τα οποία αποτελούν το ανώτερο στάδιο μιας κλιμακούμενης, από πλευράς επικινδυνότητας, μετεξελιγμένης τρομοκρατίας. Επιπλέον, η παράνομη δραστηριότητα στο Διαδίκτυο, η διάρρηξη της ασφάλειας των υπολογιστικών δικτύων και των κρίσιμων ηλεκτρονικών υποδομών εν γένει και ιδίως οι περιπτώσεις πρόκλησης βλάβης ή καταστροφής δικτύων επικοινωνιών, εγκαταστάσεων αποθήκευσης πληροφοριών και συστημάτων πληροφορικής συνιστούν μόνιμη σύγχρονη απειλή, με διαρκώς αυξανόμενους ρυθμούς επικίνδυνης και παράνομης δραστηριότητας.
 
Είναι κοινή παραδοχή ότι σημαντική απειλή αποτελεί σήμερα η αλματώδης ανάπτυξη του οργανωμένου εγκλήματος σε νέους, δυστυχώς ιδιαίτερα προσοδοφόρους τομείς και δραστηριότητες, όπως η παράνομη διακίνηση και εμπορία ανθρώπων (trafficking), η παράνομη διακίνηση πυρηνικών και άλλων ραδιενεργών υλικών, βιολογικών και χημικών ουσιών, όπλων και ναρκωτικών.Η αντιμετώπιση και ο έλεγχος της διασύνδεσης του οργανωμένου εγκλήματος με τις δομές του χρηματοπιστωτικού συστήματος, μέσω του οποίου υποστηρίζεται και το φαινόμενο της τρομοκρατίας, αποτελεί προτεραιότητα κάθε σύγχρονης δημοκρατικής κοινωνίας, που θέλει να λειτουργεί με τους κανόνες της διεθνούς συνεργασίας και, προκειμένου περί της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, με το ενιαίο δικαιικό σύστημα. Είναι όρος εθνικής και κοινωνικής επιβίωσης.
 
Η δομή, η λειτουργία και ο προσανατολισμός της δράσης μιας σύγχρονης Υπηρεσίας Πληροφοριών επιβάλλεται να εναρμονίζονται με τις διαδικασίες πολιτικής ενοποίησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως με την προοπτική μιας μελλοντικής, ενιαίας πολιτικής άμυνας και ασφάλειας. Οι διεθνείς συμβατικές υποχρεώσεις της Χώρας και οι σύγχρονες αναγκαιότητες θέτουν νέες απαιτήσεις, η ικανοποίηση των οποίων απαιτεί ιδιαίτερα οργανωμένους, ευέλικτους και αποτελεσματικούς  μηχανισμούς πληροφοριών και ασφάλειας.
 
Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να παραβλέπεται ούτε κατ’ ελάχιστον να υποεκτιμάται ο παράγοντας «άνθρωπος», ως ο βασικός συντελεστής του δυναμικού ασφαλείας της Χώρας. Αυτό συνεπάγεται πολιτική υιοθέτησης αρχών που επιβάλλουν την αρμονική συνύπαρξη της στρατηγικής εθνικής ασφάλειας με πλήρη σεβασμό των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, στο πλαίσιο ενός δημοκρατικά νομιμοποιημένου και κοινωνικά αποδεκτού θεσμικού πλαισίου. Στόχος είναι ένα σύστημα εθνικής ασφάλειας χωρίς έκπτωση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και ελευθεριών.
 
Η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών αποτελεί μια δημόσια κρατική Υπηρεσία με καθορισμένη αποστολή, που διέπεται από τις αρχές του Συντάγματος και των νόμων. Η επιδιωκόμενη βελτίωση της αποτελεσματικότητάς της επιβάλλεται να επιχειρείται και να επιτυγχάνεται στο πλαίσιο που καθορίζει η αποστολή της, με απόλυτο σεβασμό στην εσωτερική και διεθνή νομιμότητα, στα Δικαιώματα του Ανθρώπου και τις επιταγές του Κράτους Δικαίου, αλλά και με ουσιαστικό έλεγχο της δράσης της, μέσα από αναβαθμισμένες και αποτελεσματικές μορφές ελέγχου.
 
Είναι προφανές ότι οι σύγχρονες απαιτήσεις στο πεδίο των Υπηρεσιών Πληροφοριών και, ως εκ τούτου, και στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών επιβάλλουν τον ουσιαστικό μετασχηματισμό και τη μετεξέλιξή της, όχι μόνο σ’ επίπεδο οργανωτικής δομής, αλλά ιδίως σ’ επίπεδο λειτουργικότητας και προσανατολισμού της αποστολής και των δράσεών της.
 
Με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου, επιχειρούνται η αντιμετώπιση των χρόνιων αδυναμιών στη δομή, των ελλείψεων σε σύγχρονες υποδομές και των προβλημάτων στη λειτουργία και τις δράσεις της ΕΥΠ και, επιπλέον, η αναβάθμισή της σε μια σύγχρονη Υπηρεσία Πληροφοριών, που θα υπηρετεί αποκλειστικά και μόνον και με αφοσίωση την ασφάλεια της Χώρας και τα εθνικά συμφέροντα. 
 
Το προτεινόμενο σχέδιο νόμου αποσκοπεί στο να προσανατολισθούν και να προσαρμοσθούν η αποστολή και οι δράσεις της Ε.Υ.Π. προς τις σύγχρονες απαιτήσεις, ώστε να είναι σε θέση ν’ αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τα μεγάλα ζητήματα που απασχολούν την κοινωνία μας, αλλά και τη διεθνή κοινότητα από πλευράς εγκληματικών απειλών.
 
Βασικό στόχο επίσης αποτελεί η πλήρης διασφάλιση της νομιμότητας και του απόλυτου σεβασμού των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου κατά τη δράση της Ε.Υ.Π., μέσα από θεσμικές διαδικασίες διαφάνειας και ελέγχου, όπως απαιτεί η ποιότητα της Δημοκρατίας μας. Στην κατεύθυνση αυτή θα προταθεί, κατά τη συζήτηση του σχεδίου νόμου στη Βουλή, με τροποποίηση του Κανονισμού της που θα αποφασίσει η ίδια κυρίαρχα, να ενισχυθεί δραστικά η άσκηση του κοινοβουλευτικού ελέγχου για όλα τα ζητήματα που άπτονται της λειτουργίας της Ε.Υ.Π. Αυτό, άλλωστε, επιβάλλουν η τήρηση της αρχή της διαφάνειας και της νομιμότητας αλλά, κυρίως, η ουσία και η ποιότητα της Δημοκρατίας μας. Παράλληλα, η τοποθέτηση εισαγγελικού λειτουργού στην έδρα της Υπηρεσίας, όπως προβλέπεται από το παρόν νομοσχέδιο, εγγυάται τη νομιμότητα της δράσης και των ενεργειών της. 
 
Με το παρόν σχέδιο νόμου, τέλος, επιχειρείται να αναβαθμισθούν οι οργανωτικές και λειτουργικές υποδομές της Υπηρεσίας, με την αξιοποίηση του ποιοτικού στοιχείου από πλευράς εκπαίδευσης και ήθους του ανθρώπινου δυναμικού, και να επιτευχθεί ο εκσυγχρονισμός του τεχνολογικού εξοπλισμού της, προκειμένου να μπορεί να υποστηρίξει την παραγωγή και εφαρμογή σύγχρονων πολιτικών ασφάλειας, που θα εγγυώνται την εθνική ασφάλεια και τα συμφέροντα του Ελληνικού Λαού και της Χώρας, στη σταθερή προοπτική της ειρήνης και της ευημερίας όλου του κόσμου.
 
Ειδικότερα, με τις επιμέρους διατάξεις του προτεινόμενου σχεδίου νόμου καθορίζονται τα ακόλουθα :
 
1. Με το άρθρο 1, επαναπροσδιορίζεται ο χαρακτήρας της ΕΥΠ ως αυτοτελούς πολιτικής δημόσιας υπηρεσίας και καθορίζονται οι αρμοδιότητες του Υπουργού Εσωτερικών στη χάραξη της πολιτικής και της δράσης της Υπηρεσίας, στο πλαίσιο των εθνικών προτεραιοτήτων της ευρύτερης κυβερνητικής πολιτικής.
 
2. Με το άρθρο 2, ανακαθορίζονται η αποστολή και οι στρατηγικοί στόχοι της ΕΥΠ. Αντικείμενο πρόληψης και αντιμετώπισης απειλών, μέσω της εξειδικευμένης δράσης της Υπηρεσίας, αποτελούν πλέον νέοι, σημαντικότατοι τομείς δράσης, κρίσιμοι για την απρόσκοπτη και ομαλή λειτουργία του Κράτους. Ειδικότερα, διευρύνεται η αναζήτηση, συλλογή, επεξεργασία και γνωστοποίηση στις αρμόδιες αρχές, πληροφοριών που αφορούν στην προστασία και προώθηση πολιτικών, οικονομικών, στρατιωτικών και εν γένει εθνικών στρατηγικών συμφερόντων της Χώρας. Στην κύρια αποστολή της Υπηρεσίας εντάσσεται η πρόληψη και αντιμετώπιση δραστηριοτήτων που συνιστούν απειλή κατά του δημοκρατικού πολιτεύματος, των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, της εδαφικής ακεραιότητας και εθνικής ασφάλειας του Ελληνικού Κράτους, καθώς και κατά του εθνικού πλούτου της Χώρας. Τέλος, κατευθύνεται η δραστηριότητα της Υπηρεσίας και στην πρόληψη και αντιμετώπιση δραστηριοτήτων τρομοκρατικών οργανώσεων, καθώς και άλλων εκφάνσεων ή ομάδων οργανωμένου εγκλήματος. Με τις διατάξεις του ιδίου άρθρου, προβλέπονται η υπαγωγή της Υπηρεσίας, σε περίοδο πολέμου, επιστράτευσης ή άμεσης απειλής της εθνικής ασφάλειας, με χαρακτηριστικά διαρκούς κρίσεως, στον Αρχηγό Γ.Ε.ΕΘ.Α. και η μετατροπή της λειτουργίας της, σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις σε κεντρική υπηρεσία διαχείρισης πληροφοριών της Χώρας.
 
3. Με το άρθρο 3, καθορίζονται η συγκρότηση της ΕΥΠ και η ιδιαίτερη διάρθρωση της Κεντρικής Υπηρεσίας της και των Περιφερειακών Μονάδων αυτής.
 
4. Με το άρθρο 4, καθορίζονται αναλυτικά, με γνώμονα πάντα το Σύνταγμα και τους νόμους του Κράτους, οι κυριότερες αρμοδιότητες της ΕΥΠ. Ειδικότερα, προβλέπεται η συλλογή, επεξεργασία και παροχή πληροφοριών αναφορικά με την πρόληψη και αποτροπή απειλών κατά της εθνικής ασφάλειας ή του δημοκρατικού πολιτεύματος, την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων της Χώρας και τη συμβολήστην εξουδετέρωση της δράσης τρομοκρατικών οργανώσεων ή ομάδων οργανωμένου εγκλήματος. Ανατίθεται στην Υπηρεσία ο συντονισμός, στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΚΥΣΕΑ, της δράσης των υπηρεσιών πληροφοριών και ασφαλείας της Χώρας, αναφορικά με το αντικείμενο της αποστολής της. Διατηρείται από την Υπηρεσία η μέριμνα για την αντιμετώπιση κατασκοπευτικών δραστηριοτήτων σε βάρος της Χώρας και η παροχή της αναγκαίας πληροφοριακής συνδρομής στα αρμόδια για την αντιμετώπιση κρίσεων συλλογικά όργανα του Κράτους, παρέχεται δε από αυτήν στους αρμόδιους φορείς του Υπουργείου Εθνικής ?μυνας η αναγκαία πληροφοριακή υποστήριξη για την επιχειρησιακή σχεδίαση του Γ.Ε.ΕΘ.Α. Ως Τεχνικής Φύσεως Αρχή Ασφαλείας Πληροφοριών (INFOSEC), κατά την παρ. 5 του ΜΕΡΟΥΣ Ι της υπ΄ αριθμ. 264/19-3-2001 Απόφασης του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και την παρ. 3 του άρθρου 2 του π.δ.325/2003, η Υπηρεσία μεριμνά για την ασφάλεια των εθνικών επικοινωνιών και των συστημάτων τεχνολογίας πληροφοριών, καθώς και για την πιστοποίηση του διαβαθμισμένου υλικού των εθνικών επικοινωνιών. Επιπλέον, αποτελεί εκ παραλλήλου την Εθνική Αρχή Αντιμετώπισης Ηλεκτρονικών Επιθέσεων, κατά την παρ. 36 Τμήμα ΧΙ, Κεφάλαιο ΙΙΙ του ΜΕΡΟΥΣ ΙΙ της υπ΄ αριθμ. 264/19-3-2001 Απόφασης του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης και την παρ. 4 του άρθρου 2 του π.δ.325/2003, και, για τον λόγο αυτό, μεριμνά για τη στατική και ενεργητική αντιμετώπιση περιπτώσεων πρόκλησης βλάβης ή καταστροφής δικτύων επικοινωνιών, εγκαταστάσεων αποθήκευσης πληροφοριών και συστημάτων πληροφορικής. Τέλος, στο πλαίσιο της απαραίτητης πλέον διεθνούς συνεργασίας, προβλέπεται η συνεργασία της με αντίστοιχες υπηρεσίες άλλων χωρών και διεθνών οργανισμών.
 
5. Με το άρθρο 5, καθορίζονται ρητά το θεσμικό πλαίσιο και οι προϋποθέσεις άσκησης των αρμοδιοτήτων της ΕΥΠ, διά των οποίων επιτυγχάνεται η αποτελεσματικότητα της δράσης της με πλήρη διαφάνεια και με απόλυτο σεβασμό στη νομιμότητα και ιδίως στα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Σημαντικό μέτρο στην κατεύθυνση αυτή αποτελεί ο ορισμός εισαγγελικού λειτουργού, με θητεία μέχρι τρία χρόνια στη θέση αυτή, ο οποίος θα ελέγχει τη νομιμότητα των επιχειρησιακών δράσεών της που άπτονται θεμάτων των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Τίθενται, τέλος, οι προϋποθέσεις κατοχής και οι κανόνες χρήσης των όπλων, για το προσωπικό που υπηρετεί στην Υπηρεσία, με την πρόβλεψη αναλογικής εφαρμογής των διατάξεων του ν.3169/2003 που ισχύουν για τους αστυνομικούς. 
 
6. Με το άρθρο 6, θεσπίζεται υποχρέωση των δημόσιων υπηρεσιών, των νομικών προσώπων δημόσιου δικαίου, των δημόσιων επιχειρήσεων, των ελεγχομένων ή εποπτευομένων από το Δημόσιο νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, των νομικών προσώπων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και των ΟΤΑ να παρέχουν πληροφορίες και στοιχεία και να συντρέχουν την ΕΥΠ στην εκπλήρωση της αποστολής της. 
 
7. Με το άρθρο 7, Συνιστάται – για πρώτη φορά – σε κυβερνητικό επίπεδο, Συντονιστικό Συμβούλιο Διαχείρισης Πληροφοριών, το οποίο αποτελείται από τους Υπουργούς Εσωτερικών, Οικονομίας και Οικονομικών, Εξωτερικών, Εθνικής ?μυνας, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Μεταφορών και Επικοινωνιών, Εμπορικής Ναυτιλίας και από τον Υπουργό Επικρατείας, στον οποίο έχουν ανατεθεί οι αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Επικοινωνίας και της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης. Το Συμβούλιο αυτό, στο οποίο προεδρεύει ο Υπουργός Εσωτερικών, προβαίνει σε εκτιμήσεις πληροφοριών και παρέχει τις κατευθυντήριες οδηγίες διαχείρισης επί σοβαρών εγκληματικών ενεργειών, απειλών ή συμβάντων που πλήττουν ή είναι δυνατόν να επηρεάσουν την ασφάλεια της Χώρας ή τις διεθνείς και διμερείς σχέσεις με άλλες χώρες, ενώ ταυτοχρόνως χαράσσει και την επικοινωνιακή τακτική επί των ανακυπτόντων ζητημάτων. Αυτό πάντοτε με πλήρη σεβασμό των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
 
8. Με το άρθρο 8, προβλέπεται η λειτουργία, εντός της Υπηρεσίας, του Συμβουλίου Πληροφοριών και καθορίζονται η ιδιαίτερη σύνθεση και οι αρμοδιότητές του.
 
9. Με το άρθρο 9, ρυθμίζονται τα θέματα διοίκησης στην ΕΥΠ και των προσόντων διορισμού του Διοικητή και των Υποδιοικητών της. Παρέχεται, επίσης, εξουσιοδότηση προς έκδοση προεδρικού διατάγματος, στο οποίο θα καθορίζονται οι αρμοδιότητες και τα καθήκοντα των οργάνων αυτών, καθώς και ζητήματα αναπλήρωσής τους σε περιπτώσεις κωλύματος ή απουσίας τους. 
 
10. Με το άρθρο 10, καθορίζονται οι κατηγορίες προσωπικού που στελεχώνουν την ΕΥΠ, ενώ, με το άρθρο 11, παρέχεται εξουσιοδότηση για την έκδοση του Οργανισμού της ΕΥΠ, με τον οποίο θα καθορίζονται θέματα σύστασης νέων υπηρεσιών, συγχώνευσης ή κατάργησης υφισταμένων, σύστασης, αναδιάρθρωσης ή κατάργησης θέσεων του προσωπικού της, η διαδικασία πρόσληψης ή απόσπασής του από τα Σώματα Ασφαλείας, τις ΄Ενοπλες Δυνάμεις ή άλλους φορείς του Δημοσίου, καθώς και ζητήματα υπηρεσιακών σχέσεων αυτού και θέματα πειθαρχικού δικαίου. Επίσης, προβλέπεται η θέσπιση ηθικών κινήτρων, με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, προκειμένου να διαμορφώνονται συνθήκες πρόσφορες και κατάλληλες για τη στελέχωση της Υπηρεσίας με ικανά και άξια στελέχη. 
 
11. Με το άρθρο 12, προβλέπεται η έκδοση Εσωτερικού Κανονισμού της, που έχει, λόγω της φύσης της αποστολής της ΕΥΠ, απόρρητο χαρακτήρα, με τον οποίο ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα σχετικά με την εσωτερική διάρθρωση, στελέχωση και λειτουργία της Υπηρεσίας, τα ειδικά καθήκοντα του Διοικητή, των Υποδιοικητών και των λοιπών προϊσταμένων των οργανικών μονάδων της και οι ειδικότερες υποχρεώσεις του προσωπικού της.
 
12. Με το άρθρο 13, ρυθμίζονται ζητήματα εκπαίδευσης, μετεκπαίδευσης, επιμόρφωσης και εξειδίκευσης του προσωπικού της Υπηρεσίας, ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται αποτελεσματικότερα στα καθήκοντά του.
 
13. Με το άρθρο 14, θεσπίζεται ιδιαίτερο καθήκον εχεμύθειας για τη Διοίκηση και το προσωπικό που υπηρετεί στην ΕΥΠ, σχετικά με διαβαθμισμένα ή μη έγγραφα, πληροφορίες ή άλλα στοιχεία, για τα οποία έλαβαν γνώση στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων τους. Επίσης, προβλέπεται ως ιδιώνυμο αδίκημα η δημοσιοποίηση διαβαθμισμένων εγγράφων και στοιχείων που αφορούν την υπηρεσιακή κατάσταση του προσωπικού και τον εξοπλισμό της ΕΥΠ καθώς και η παραβίαση καθήκοντος εχεμύθειας ή τήρησης του απορρήτου που προβλέπεται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Περαιτέρω, τίθενται περιορισμοί και προϋποθέσεις, προκειμένου να καταθέτει μέλος του προσωπικού της ως μάρτυρας στα δικαστήρια ή να γνωστοποιηθούν στοιχεία και πληροφορίες σε άλλες αρχές και υπηρεσίες.
 
14. Με το άρθρο 15, ρυθμίζονται θέματα συγκρότησης, λειτουργίας και αρμοδιοτήτων των υπηρεσιακών συμβουλίων των υπαλλήλων της ΕΥΠ, ενώ, με τα άρθρα 16 και 17, ρυθμίζονται θέματα μετατάξεων, μεταθέσεων και αποσπάσεων του προσωπικού της ΕΥΠ, κατά παρέκκλιση των προβλεπομένων στον Δημοσιοϋπαλληλικό Κώδικα.
 
15. Με το άρθρο 18, ρυθμίζονται ζητήματα αναγνώρισης χρόνου υπηρεσίας προσωπικού άλλων Υπηρεσιών που υπηρετεί στην ΕΥΠ.
 
16. Με το άρθρο 19, προβλέπονται τα σχετικά με την εγγραφή των αναγκαίων για τη λειτουργία της ΕΥΠ πιστώσεων στον Κρατικό Προϋπολογισμό και την εκτέλεση του προϋπολογισμού της Υπηρεσίας. Επίσης, ρυθμίζονται θέματα διαχείρισης και δικαιολόγησης δαπανών, σύστασης πάγιας προκαταβολής στην Υπηρεσία, για την αντιμετώπιση των τακτικών δαπανών της, καθώς και θέματα κίνησης και διαχείρισης αυτής.
 
17. Με το άρθρο 20, για λόγους ευελιξίας, ταχύτητας και διασφάλισης του απορρήτου, παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εσωτερικών να εκδίδει ειδικό κανονισμό για τις προμήθειες και τις παροχές υπηρεσιών του εξοπλισμού της ΕΥΠ που χαρακτηρίζεται ως απόρρητος ή αφορά σε ουσιώδη συμφέροντα της Χώρας ή πρέπει να συνοδεύεται από ιδιαίτερα μέτρα ασφάλειας.
 
19. Με τα άρθρα 21 και 22 προβλέπονται οι μεταβατικές και καταργούμενες διατάξεις.
 
20. Με το άρθρο 23 ορίζεται η άμεση έναρξη της ισχύος του νόμου από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
 
 
 
   Αθήνα, 23 Ιανουαρίου 2008
 
 
ΟΙ ΥΠΟΥΡΓΟΙ
 
 
 
 ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ                                             ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ   
 
 
 
ΠΡΟΚΟΠΙΟΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ                     ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΛΟΓΟΣΚΟΥΦΗΣ
        ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΜΥΝΑΣ                                                   ΕΞΩΤΕΡΙΚΩΝ
 
 
 
 
 
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΜΕΪΜΑΡΑΚΗΣ                                          ΘΕΟΔΩΡΑ ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ
 
 
 
 
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ
 
 
 
 
 
ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΧΑΤΖΗΓΑΚΗΣ»
 
 

Για περισσότερες πληροφορίεςΤηλ.:210 6977505
Fax:210 6929764
e-mail:elasgrty@mopo.gr

22-01-2007: Δηλώσεις του Υπουργού Εσωτερικών Καθηγητή κ. Προκόπη Παυλόπουλου μετά τη λήξη της Κυβερνητικής Επιτροπής

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ
ΤΗΛ: 210 6977505
 
 
 
 
     Τρίτη, 22 Ιανουαρίου 2008
 
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
 
Ο Υπουργός Εσωτερικών Καθηγητής κ. Προκόπης Παυλόπουλος, μετά τη λήξη της συνεδρίασης της Κυβερνητικής Επιτροπής, έκανε την ακόλουθη δήλωση:
 
«Καλημέρα σας. Θα έχετε ενημερωθεί και θα ενημερωθείτε εκτενέστερα για τα αποτελέσματα των επιχειρήσεων της Ελληνικής Αστυνομίας στην περιοχή του Νομού Ρεθύμνης και συγκεκριμένα στην περιοχή Μυλοποτάμου, όπου προσήχθησαν σήμερα ως ύποπτοι έξι άτομα για την αιματηρή ενέδρα της 5ης Νοεμβρίου 2007, η οποία γνωρίζετε ότι είχε θύματα και, ιδίως, τον Ειδικό Φρουρό ο οποίος ακόμη νοσηλεύεται. Εκτενέστερες ανακοινώσεις θα γίνουν από τις αρμόδιες αρχές στην Κρήτη. 

            Σήμερα η Κυβερνητική Επιτροπή ενέκρινε ομόφωνα την εισήγηση που κάναμε σχετικά με την πολιτική Δημόσιας Τάξης και Ασφάλειας για την περίοδο 2008 – 2010, η οποία τίθεται σε νέες βάσεις ενόψει και της νέας δομής που έχει πλέον το Υπουργείο Εσωτερικών. Το περιεχόμενο της όλης πολιτικής θα ανακοινωθεί το αργότερο το επόμενο 10ήμερο, με βάση τους άξονες που σήμερα εγκρίναμε.

            Σήμερα υπάρχουν πολύ μεγάλες διαφορές σε ό,τι αφορά τον Έλληνα αστυνομικό και την Ελληνική Αστυνομία. Η πρώτη διαφορά συνίσταται στο ότι ο Έλληνας αστυνομικός είναι κοντά στην κοινωνία και πρέπει να είναι κοντά στην κοινωνία. Στον δύσκολο και ανασφαλή κόσμο που ζούμε η κοινωνία και, ιδίως, οι ασθενέστεροι συμπολίτες μας ζητούν πλέον την παρουσία του αστυνομικού και τη συμπαράστασή του. Τη ζητούν γιατί ο αστυνομικός λειτουργεί και πρέπει να λειτουργεί στο πλαίσιο της κοινωνικής αλληλεγγύης και της αρχής της νομιμότητας. Κι αυτή η τεράστια διαφορά του ρόλου της Αστυνομίας θ’ αποτυπωθεί και στην πολιτική την οποία ασκούμε. Η δεύτερη διαφορά είναι ότι πλέον, στο ενιαίο Υπουργείο Εσωτερικών, η συνεργασία της Ελληνικής Αστυνομίας, ως τμήματος της εκτελεστικής εξουσίας που υπάγεται στην αρχή της νομιμότητας, με τους άλλους φορείς της Δημόσιας Διοίκησης είναι ευχερέστερη. Και αυτή η συνεργασία – ιδίως με την Τοπική Αυτοδιοίκηση η οποία έχει ευρεία δημοκρατική νομιμοποίηση και ασχολείται, και πρέπει ν’ ασχολείται, με τα καθημερινά προβλήματα – μπορεί ν’ αποδώσει πολλά. Και το τρίτο είναι ότι πρέπει ν’ αξιοποιήσουμε τη σύγχρονη τεχνολογία για να κάνει καλύτερα η Αστυνομία τη δουλειά της, πάντοτε όμως λαμβάνοντας υπόψη ότι πρώτιστος στόχος είναι η προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Δηλαδή, ναι στη σύγχρονη τεχνολογία για την αντιμετώπιση, την πρόληψη και την καταστολή του εγκλήματος, αλλά πάντοτε με πλήρη σεβασμό των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. 

            Με βάση αυτούς τους βασικούς άξονες καθορίζεται και η πολιτική σ’ επίπεδο πρόληψης και καταστολής της εγκληματικότητας, την οποία το Υπουργείο και, γενικότερα, η Κυβέρνηση θ’ ακολουθήσουν για τα επόμενα τρία χρόνια. Στόχευσή μας είναι η πάταξη των εγκληματικών φαινομένων γενικότερα, και ιδίως εκείνης της εγκληματικότητας η οποία έχει μεγαλύτερη ηθική και κοινωνική απαξία, πλήττοντας καίρια τον κοινωνικό ιστό. Γι’ αυτό στις πρώτες μας προτεραιότητες είναι η αντιμετώπιση της εγκληματικότητας που σχετίζεται με τα ναρκωτικά, το οργανωμένο έγκλημα και την τρομοκρατία, της εγκληματικότητας που αφορά τους ανηλίκους, την εμπορία των ανθρώπων, τη λαθρομετανάστευση και το ηλεκτρονικό έγκλημα. Και κυρίως στο χώρο του ηλεκτρονικού εγκλήματος συμβαδίζουμε με τη μεγάλη προσπάθεια που γίνεται και στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γιατί ξέρετε ότι η τεχνολογία έχει δυο όψεις. Είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί, δυστυχώς, και προς την κατεύθυνση της ενίσχυσης συγκεκριμένων εγκληματικών πράξεων οι οποίες καθίστανται, με τον τρόπο αυτόν, ιδιαιτέρως επικίνδυνες. Στόχος είναι, λοιπόν, η πάταξη και αυτής της εγκληματικότητας. Γι’ αυτό τόνισα προηγουμένως ότι η σύγχρονη τεχνολογία πρέπει ν’ αξιοποιηθεί από την Ελληνική Αστυνομία πολύ περισσότερο στο μέλλον – και θ’ αξιοποιηθεί, και πολύ σύντομα μάλιστα – αλλά πάντοτε με πλήρη σεβασμό των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. 

            Όπως προανέφερα, το αργότερο στο επόμενο δεκαήμερο, πάνω σ’ αυτούς τους άξονες θα εμφανισθεί αναλυτικά και η πολιτική την οποία θ’ ακολουθήσουμε. Σας ευχαριστώ».
 
                                    ΑΠΟ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ

22-01-2008: Σημεία εισήγησης του Υπουργού Εσωτερικών Καθηγητή κ. Προκόπη Παυλόπουλου στην Κυβερνητική Επιτροπή για το τριετές πρόγραμμα πολιτικής δημόσιας τάξης και ασφάλειας (2008-2010)

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ
ΤΗΛ: 210 6977505
 
 
 
 
Τρίτη, 22 Ιανουαρίου 2008
 

 

 
«Ι.        Α. Η πολιτική δημόσιας τάξης και ασφάλειας, την οποία εφαρμόζουμε ήδη από το έτος 2007, στο ενιαίο Υπουργείο Εσωτερικών, στηρίζεται στην αποτελεσματική διάθεση των κάθε είδους οργάνων της δημόσιας τάξης στην υπηρεσία του Ανθρώπου και του Πολίτη, με πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων του. Η φιλοσοφία αυτή παραμένει στον κορμό της πολιτικής μας και κατά τον σχεδιασμό του Προγράμματος Πολιτικής Δημόσιας Τάξης και Ασφάλειας 2008-2010, ο οποίος περιλαμβάνει εξειδικευμένα σχέδια δράσης με ποσοτικούς και ποιοτικούς στόχους, σύμφωνα με τις σύγχρονες συνθήκες και απαιτήσεις που έχουν διαμορφωθεί τόσο στο εθνικό όσο και στο διεθνές περιβάλλον ασφάλειας. Βασικές αρχές της πολιτικής μας, μεταξύ άλλων, αποτελούν:

*    Η σφυρηλάτηση σχέσεων εμπιστοσύνης της Ελληνικής Αστυνομίας με τους πολίτες, με σκοπό τη διαμόρφωση σχέσεων αμοιβαιότητας και την εμπέδωση της ευρύτερης δυνατής κοινωνικής αποδοχής-συναίνεσης στις προληπτικές και κατασταλτικές δράσεις της Αστυνομίας.

*    Η ουσιαστική συνεργασία με τους φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, μέσα από την αξιοποίηση του υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου (π.χ. Τοπικά Συμβούλια Πρόληψης Παραβατικότητας, μνημόνια συνεργασίας με δημοτική αστυνομία κ.α.).

*   Η βελτίωση των υποδομών και ο εκσυγχρονισμός των μεθόδων έρευνας, συλλογής και αξιοποίησης πληροφοριών, για την καταπολέμηση ιδίως του οργανωμένου εγκλήματος.
Στο ενιαίο Υπουργείο Εσωτερικών, η συστράτευση όλων των φορέων του, από τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, έως το σύνολο των ένστολων Σώματα, αποτελεί πλέον πραγματικότητα και η διεύρυνσή τους είναι για μας προτεραιότητα. 
 

ΙΙ.        Η στρατηγική μας για την επόμενη τριετία στηρίζεται ιδίως στο διεθνώς αναγνωρισμένο πρότυπο αστυνομικής δράσης, το οποίο είναι προσαρμοσμένο στα προβλήματα εγκληματικότητας που αναπτύσσονται σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο (Problem Oriented Policing). Το πρότυπο αυτό αποσκοπεί στην ορθολογικότερη αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων και μέσων, προκειμένου να επιτευχθεί η καλύτερη δυνατή διαχείριση και αντιμετώπιση των προβλημάτων εγκληματικότητας σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. 

Οι βασικές καινοτομίες του νέου προτύπου αστυνομικής δράσης συνίστανται κυρίως:

*    Στην ανάπτυξη και διεύρυνση της συνεργασίας με τους Δήμους, τις Κοινότητες και τις Νομαρχίες στον τομέα της πρόληψης και αντιμετώπισης των τοπικών προβλημάτων που συνδέονται με την εγκληματικότητα.

*   Στην κατά τόπους χαρτογράφηση όλων των τοπικών συνθηκών και παραγόντων, που ενδέχεται να συμβάλουν στην εκδήλωση εγκληματικών φαινομένων. 

*     Στην κατά τόπους καταγραφή όλων των πληθυσμιακών ομάδων, οι οποίες χρήζουν ειδικών δράσεων προστασίας και ασφάλειας, όπως ιδίως ηλικιωμένοι σε ορεινά χωριά, άτομα με αναπηρίες, κάτοικοι δύσβατων και απομονωμένων περιοχών, πρόσφυγες, ομάδες με πολιτισμικές διαφοροποιήσεις (Ρόμα, Πομάκοι κ.ά.). Για τον σκοπό αυτόν, σημαντική είναι η συνεργασία με τους τοπικούς φορείς, οι οποίοι εκπροσωπούν τις συγκεκριμένες ομάδες. 

*   Στην εκπόνηση και εφαρμογή σχεδίων στοχευμένης επέμβασης, προσαρμοσμένων στις κάθε είδους τοπικές ιδιαιτερότητες, με πρόβλεψη υποκατάστασης της αστυνομικής παρέμβασης από συγκεκριμένη δράσεις όλων των κοινωνικών φορέων. 
 
ΙΙΙ.       Στόχος της Πολιτικής Δημόσιας Τάξης και Ασφάλειας για την επόμενη τριετίαείναι η ριζική αντιμετώπιση των σύγχρονων μορφών εγκληματικότητας, οι οποίεςαπειλούν τον κοινωνικό ιστό της Χώρας, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα σ’ όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής. Έμφαση δίνεται κυρίως:

1.            Στην καταπολέμηση των Ναρκωτικών.
2.            Στην αντιμετώπιση του Οργανωμένου Εγκλήματος και της Τρομοκρατίας.
3.            Στην προστασία των Ανηλίκων (παραβατικότητα – θυματοποίηση)
4.           Στην Οδική Ασφάλεια – Τροχονομική αστυνόμευση και πρόληψη τροχαίων ατυχημάτων.
5.            Στην αντιμετώπιση της Μικροεγκληματικότητας.
6.            Στην καταπολέμηση της Εμπορίας Ανθρώπων, με σκοπό τη σεξουαλική και οικονομική τους εκμετάλλευση (trafficking).
7.            Στην αντιμετώπιση της Παράνομης Μετανάστευσης.
8.            Στην καταπολέμηση του Ηλεκτρονικού εγκλήματος.
 
Για την πρόληψη των ανωτέρω μορφών εγκληματικής δραστηριότητας και την εμπέδωση αισθήματος ασφάλειας στους πολίτες προωθούνται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα μέτρα:

*   Εμφανής αστυνόμευση – επιτήρηση και έλεγχοι σε πολυσύχναστους χώρους και ιδιαίτερα σε χώρους όπου κινούνται ανήλικοι.
*   Ανάπτυξη επαφών και συνεργασίας με εξειδικευμένους σε θέματα ανηλίκων, ιδιωτικούς και δημόσιους φορείς.
*    Ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης, και ιδίως της νεολαίας, και ενημέρωση για τα ναρκωτικά, και την παιδική πορνογραφία.
*    Ενημέρωση για το ηλεκτρονικό έγκλημα και την ψηφιακή ασφάλεια, καθώς και για τους κινδύνους χρήσης του Διαδικτύου από ανήλικους (σεξουαλική εκμετάλλευση, παρότρυνση τους σε ακραίες ενέργειες όπως αυτοκτονίες, λήψη ναρκωτικών κ.λ.π.)

 
IV.       Πρώτιστο μέλημά μας είναι η βελτίωση της καθημερινότητας του πολίτη, η αποτελεσματική θωράκιση και προστασία του, η εμπέδωση αισθήματος ασφάλειας και εμπιστοσύνης στα Σώματα Ασφαλείας ως εγγυητών των δικαιωμάτων του. Το Πρόγραμμα Πολιτικής Δημόσιας Τάξης και Ασφάλειας 2008 -2010 παρέχει όλα τα επιχειρησιακά εχέγγυα για την ευόδωση αυτών των στόχων και την εξασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης και συνοχής.
 
 
ΑΠΟ ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ